Ταξιδεύοντας στα Βαλκάνια, συναντάμε συχνά τα ίχνη του παρελθόντος. Ενός παρελθόντος που συχνά διχάζει και δημιουργεί διλήμματα, μιας κι οι πόλεις πότε προσπαθούν να σβήσουν τα ίχνη του απ’ τους δημόσιους χώρους, πότε να εντάξουν τις δομές του στο σήμερα με διάφορους τρόπους και πότε απλώς σηκώνουν τα χέρια ψηλά κι εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια. Ένα τέτοιο ίχνος αποτελεί και το Μνημείο που επισκέφτηκα στη Βάρνα της Βουλγαρίας και σας γράφω σήμερα κάποια πράγματα για την ιστορία του, συμβουλευόμενη και μεταφράζοντας κυρίως, απ’ αυτήν την πηγή:
«Η ιδέα για το μνημείο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1958, ως μνημείο για την υποστήριξη της Ρωσίας στη Βουλγαρία κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου 1828-29. Κατά τη διάρκεια αυτής της σύγκρουσης, η πολιορκία της Βάρνας είχε διαρκέσει δύο μήνες. Αφού αποβιβάστηκαν στην ακτή βόρεια της πόλης, οι ρωσικές δυνάμεις δημιούργησαν το στρατόπεδό τους σε έναν κοντινό λόφο που ονομαζόταν Turna Tepe, καθώς πολεμούσαν τις οθωμανικές δυνάμεις που κρατούσαν την πόλη.
Το μνημείο επρόκειτο να κατασκευαστεί στο ίδιο σημείο όπου είχαν σταθμεύσει οι ρωσικές δυνάμεις, μέρος που αργότερα έγινε ομαδικός τάφος για όλους όσους έπεσαν στη μάχη.
Η κατασκευή του μνημείου ξεκίνησε στα τέλη του 1974 και 27.000 εθελοντές εργάτες μόχθησαν επί τέσσερα χρόνια για να δημιουργήσουν τη δομή και την πλατφόρμα 400 τετραγωνικών μέτρων στην οποία βρίσκεται.
Περισσότεροι από 10.000 τόνοι σκυροδέματος και 1.000 τόνοι σιδήρου οπλισμού χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία του μνημείου. Ένας μεγάλος μπρούτζινος κύβος κατασκευάστηκε μπροστά από την κατασκευή, που έκαιγε με μια αιώνια φλόγα που τροφοδοτούνταν από σωλήνες κρυμμένους στη τσιμεντένια πλατφόρμα από κάτω.
Συνολικά 180 προβολείς τοποθετήθηκαν για να φωτίζουν το μνημείο τη νύχτα, έτσι ώστε να είναι ορατό ακόμη και από πλοία μακριά στη Μαύρη Θάλασσα. Εν τω μεταξύ, ένα σύστημα αναγγελιών που δημιουργήθηκε στο πάρκο υποδεχόταν τους επισκέπτες με τη Συμφωνία № 7 του Ρώσου συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
Το μνημείο έπεσε σε αχρηστία μετά τις πολιτικές αλλαγές του 1989. Σήμερα, έχει υποστεί σοβαρούς βανδαλισμούς και έχει απογυμνωθει (…)
Το Μνημείο της Βουλγαρο-Σοβιετικής Φιλίας αντιπροσωπεύει μια χειρονομία συντροφικότητας μεταξύ δύο χωρών και σχεδιάστηκε για να μοιάζει με ένα πουλί της ειρήνης που βλέπει απέναντι από τη θάλασσα προς την ΕΣΣΔ (τουλάχιστον, με συμβολικούς όρους· στην πραγματικότητα, είναι στραμμένο περισσότερο προς την Άγκυρα στην Τουρκία).
Οι φιγούρες στο μπροστινό μέρος του μνημείου δείχνουν τέσσερις Ρώσους στρατιώτες, στα δεξιά, να έρχονται να σώσουν τρεις Βουλγάρες στα αριστερά. Οι γυναίκες κρατούν δώρα: ψωμί κι αλάτι, καθώς και το εθνικό λουλούδι της Βουλγαρίας, το τριαντάφυλλο. Αυτά τα επτά αγάλματα τοποθετημένα στα φτερά έχουν ύψος 11 μέτρα.
Μεταλλικά μπρούτζινα γράμματα στο μπροστινό μέρος του Μνημείου της Βουλγαρο-Σοβιετικής Φιλίας, τώρα βαριά φθαρμένα και μερικώς χαμένα, έγραφαν κάποτε:
«Φιλία για αιώνες ανά τους αιώνες».
Η πλάτους 15 μέτρων «Σκάλα των Νικητών», περιλαμβάνει συνολικά 305 σκαλοπάτια μέχρι το ίδιο το μνημείο και στο γύρω πάρκο φυτεύτηκαν περισσότερα από 20.000 διακοσμητικά δέντρα για να αναπαραστήσουν τους πεσόντες Σοβιετικούς στρατιώτες».
Κι αν αναρωτιεστε πώς ήταν κάποτε το εσωτερικό του, να η περιγραφή: «Το Μνημείο της Βουλγαρο-Σοβιετικής Φιλίας είναι απατηλά ευρύχωρο – το εσωτερικό αποτελείται από πολυάριθμα περάσματα και θαλάμους που αρχικά εξυπηρετούσαν μνημειακούς και μουσειακούς σκοπούς.
Ο μεγαλύτερος χώρος, μέσα στη δεξιά πτέρυγα και με ένα χαραγμένο αστέρι που σχηματίζεται στον τελικό του τοίχο, περιείχε κάποτε ένα μουσείο αφιερωμένο στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Μέσα στην αριστερή πτέρυγα, ένας χώρος με κλιμακωτά καθίσματα χρησίμευε ως μικρή αίθουσα για συναντήσεις.
Μια μνημειώδης πλάκα, τοποθετημένη πάνω από τη σκάλα εισόδου και τώρα αποσυντιθέμενη σχεδόν ακατανόητη, περιείχε ένα απόσπασμα από τον Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, τον πρώτο κομμουνιστή ηγέτη της Βουλγαρίας:
«Η φιλία με τη Σοβιετική Ένωση είναι τόσο απαραίτητη όσο είναι ο ήλιος, ο αέρας και το νερό για τα ζωντανά πλάσματα».
Μια σειρά από θαλάμους στο ισόγειο του Μνημείου της Βουλγαρο-Σοβιετικής Φιλίας περιείχε βιβλιοπωλείο και βιβλιοθήκη, ενώ μια φαρδιά σκάλα κάτω από την κατασκευή οδηγεί στον ίδιο τον λόφο. Ένα μεγάλο καταφύγιο βομβών, πλέον εγκαταλελειμμένο, κατασκευάστηκε στη βάση του λόφου».
Αν σας ενδιαφέρουν περισσότερες λεπτομέρειες, αξίζει να διαβάσετε στο σύνδεσμο που θα βρείτε εδώ τι λέει ο ο γλύπτης Alyosha Kafedzhiyski, για την κατασκευή του, αλλά και τους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της κι εδώ θα βρείτε φωτογραφίες των εσωτερικών χώρων (αν δεν σας κάλυψαν τα πλάνα που υπάρχουν στο video της ανάρτησης).
Σήμερα, όπως πολλές απ’ τις δομές της κομμουνιστικής εποχής, μοιάζει κι αυτό παράταιρο. Η μουσική σίγησε, η φλόγα έσβησε, τα γκράφιτι πήραν τη θέση των μπρούτζινων λαμπρών γραμμάτων κι οι άνθρωποι πια, όταν δεν αδιαφορούν γι’αυτό, πότε το επισκέπτονται από περιέργεια και σχολιάζουν τη μπρουταλιστική του αρχιτεκτονική και το σεξιστικό του χαρακτήρα, όπως εγώ, πότε το χρησιμοποιούν σα χώρο άθλησης (ανεβοκατεβαίνοντας τα σκαλιά του) ή ποτέ απλώς για να δουν την πόλη από ψηλά μιας κι ομολογουμένως έχει υπέροχη θέα. «O tempora o mores…»