Franco Rotelli: «Το τριαντάφυλλο που (ακόμη) δεν υπάρχει»

Ο Franco Rotelli (Φράνκο Ροτέλλι), στενός συνεργάτης του Franco Basaglia (Φράνκο Μπαζάλια), απεβίωσε πρόσφατα (16/3/2023) στην Ιταλία σε ηλικία 81 ετών, ύστερα από μια σχετικά σύντομη μάχη με τον καρκίνο. Ήταν διευθυντής των ψυχιατρικών υπηρεσιών της Τεργέστης από το 1980 μέχρι και το 1995 και διευθυντής των Υγειονομικών Υπηρεσιών της Τεργέστης από το 1998 μέχρι το 2001 και από το 2004 μέχρι το 2010. Από το 2013 έως το 2018 διατέλεσε πρόεδρος της Επιτροπής για την Υγεία και την Κοινωνική Πολιτική του Νομαρχιακού Συμβουλίου της Friuli Venezia Giulia. Κι ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου έγραψε αυτό το κείμενο για ‘κεινον, ώστε όσοι άνθρωποι δεν τον ήξεραν να μπορούν να το διαβάσουν και να μάθουν περισσότερα για ‘κείνον και να καταλάβουν κυρίως γιατί είναι τόσο σπουδαίο το έργο του, στον τομέα της ψυχικής υγείας.

Απ’ το Θόδωρο πληροφορήθηκα επίσης, ότι ο Rotelli ήταν εκείνος που είχε φυτέψει και τα τριαντάφυλλα στο Parco di San Giovanni, στο παλιό Ψυχιατρείο δηλαδή της Τεργέστης (για το οποίο είχα γράψει αυτήν την ανάρτηση εδώ), κι ήταν κάτι που δε θυμόμουν να έχω διαβάσει ή ακούσει στο παρελθόν. Ψάχνοντας λοιπόν αυτήν την ιστορία (γιατί τέτοιες λεπτομέρειες μ’ ενδιαφέρουν και φωτίζουν τους πρωταγωνιστές των γεγονότων από άλλες πλευρές), έμαθα ότι είχε φυτέψει 5000 τριανταφυλλιές, την περίοδο μεταξύ 2005 ως 2010. Και βρήκα ένα σχετικό άρθρο του (αυτό που βλέπετε και στον τίτλο της ανάρτησης), που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις «Alfabeta Verlag». Το επιμελήθηκε η Agnesa Baini, αποτελείται από 22 κείμενα που καλύπτουν την περίοδο απ’ το 1981 ως το 2017, μαζί με ένα του 1967 και θέτει το καίριο ερώτημα στον τίτλο του «Ποια ψυχιατρική;». Τον πρόλογο έχει γράψει ο Benedetto Saraceno που αποχαιρετά το Rotelli μ’ ένα κείμενο που υπάρχει εδώ.

Γράφει τόσο σημαντικά πράγματα σ’ αυτό το βιβλίο o Rotelli και συμβουλευόμενη το άρθρο του Paolo F. Peloso, θα σας μεταφράσω κάποια σημεία (κάνοντας κυρίως απόδοση, μιας και δεν είμαι μεταφράστρια) όπως το ακόλουθο για παράδειγμα, που δείχνει πως το σύστημα θέτει απλά εμπόδια μερικές φορές αλλά εξαιρετικά αποτελεσματικά: «Δεν υπάρχει ανάγκη για καταστολή, δεν υπάρχει ανάγκη για βία για να τεθεί ένα τέλος στα πράγματα. Αρκεί να πολλαπλασιάσουμε τους κανόνες, αρκεί να τους κάνουμε διάχυτους και επεμβατικούς αρκετά, για να τους ερμηνεύσουμε στην ηλίθια εκδοχή τους. Το ίδιο έκανε – για παράδειγμα – το Κομμουνιστικό Κόμμα στην Πάρμα τα χρόνια που ο Basaglia ήταν διευθυντής του ασύλου. Κάποια στιγμή το κόμμα δεν ήθελε να προχωρήσει η αλλαγή και πώς την εμπόδισε; Αρχίζοντας με την απαίτηση του να λέμε ότι οι εθελοντές που έμπαιναν μέσα στο νοσοκομείο έπρεπε να εγγραφούν, να φέρουν την ταυτότητά τους για να συμπληρώσουν μια φόρμα, να πληρώνουν για τα μεσημεριανά γεύματα και τα σνακ… Ότι δεν μπορούσαν (επίσης) πλέον να τρώνε με ασθενείς γιατί αυτό δεν ήταν νόμιμο, δεν ήταν υγιεινό και ούτω καθεξής. Με λίγα λόγια, αρκούσε λίγη γραφειοκρατία για να αποτρέψει τη γέννηση μιας νέας κουλτούρας φροντίδας» (σελ. 158).

Για ποια ψυχιατρική λοιπόν πρέπει να παλέψουμε όλοι οι ενδιαφερόμενοι από κοινού; Για μια που «να φροντίζει, εδώ και τώρα, να μεταμορφώνει τον τρόπο ζωής, να νιώθει τα βάσανα του ασθενούς και ταυτόχρονα να μεταμορφώνει τη συγκεκριμένη καθημερινότητά του» (σελ. 46). Επομένως η απάντηση στο ερώτημα δεν αναζητείται από τον Ροτέλλι ούτε σε «ουτοπίες, ιδεολογίες, καλές προθέσεις, κακές πράξεις», ούτε σε «εγχειρίδια που διαβάζονται και παραμερίζονται», αλλά στην καθημερινή πρακτική: «σε κάποια δευτερεύουσα γωνιά ενός νοσοκομείου, στη σιωπηλή, επαναλαμβανόμενη συνταγή της μακροχρόνιας δράσης των φαρμάκων, στην τηλεοπτική εμφάνιση κάποιου συλλογισμένου γιατρού της ψυχής… Αυτές είναι οι προκλήσεις με τις οποίες εμείς που «κάνουμε» ψυχιατρική (αλλά όχι μόνο εμείς) καλούμαστε καθημερινά να μετρήσουμε τον εαυτό μας ξεκινώντας και από τις καλές πρακτικές για τις οποίες είμαστε, λίγο πολύ, συχνά ικανοί».

Ο Rotelli σ’ αυτό το βιβλίο έγραψε κι άλλα πράγματα και φαίνεται να μιλάει ακόμη και για τις μέρες μας… «Όταν συμβαίνει ένας σεισμός, ή οποιαδήποτε καταστροφή, μετά τον πρώτο πανικό, μετά από κάποιο σάστισμα ή αίσθημα απελπισίας… ξημερώνει, έρχεται η στιγμή που όλοι λειτουργούν, συνεργάζονται, ίσοι, αλληλέγγυοι, σαν ένας μόνο άνθρωπος, το κοινωνικό σώμα δηλαδή μεταμορφώνεται σε ένα είδος συλλογικού αντισώματος. Αυτό διαρκεί, λένε οι μελετητές, μέχρι να φτάσει η «διάσωση»: ο στρατός, οι νομάρχες κ.λπ. Σταδιακά τελειώνει η συνεργασία και η ισότητα, οι θεσμοί ανακτούν τον έλεγχο, όλοι ξεκαθαρίζουν τους λογαριασμούς τους… Κανόνες, συμβόλαιο, δικαιώματα, ανακατασκευάζουν το μονοπάτι του χωρισμού και της ανισότητας» (σελ. 56). Δυστυχώς…

Franco Rotelli (φωτογραφία απ’την εφημερίδα La Republica)

Για να πάμε όμως και σ’ άλλα θέματα, να εξηγήσω ότι στο βιβλίο του πάντως ο Rotelli έχει γράψει άρθρο και για τη Λέρο, όπως θα δείτε αν προσέξετε το εξώφυλλο. Γιατί όσα είδε εκεί ήταν γροθιά στο στομάχι: «Τα στρατόπεδα εξόντωσης είχαν μια λογική: ο πόλεμος κατά των Εβραίων (…), αλλά ποια είναι η λογική εδώ; Τι οδηγεί σε ανθρώπινους σωρούς μες σε βρώμικα κρησφύγετα, στον προσδιορισμό αυτών των συστάδων ανδρών και γυναικών καλυμμένων με κουρέλια, πεταμένων, ο ένας πάνω στον άλλο, σε μια ακάθαρτη δυσωδία;» Ο Θόδωρος Μεγαλοοικονόμου εξηγεί για την περίοδο εκείνη: «καθοριστική ήταν η συμβολή του στην υπόθεση της Λέρου όταν, στη δεκαετία του 80, η κυρίαρχη ψυχιατρική στη Ελλάδα, τα πανεπιστήμια κλπ, και αρνούνταν και έβγαζαν μιαν, ως εκ της ίδιας της σύστασης τους, ανικανότητα να κάνουν την όποια παρέμβαση στο κολαστήριο που με τις πρακτικές τους είχαν δημιουργήσει, ενώ, την ίδια στιγμή, ακούγονταν φωνές για άμεση διάλυση του ψυχιατρείου με τη μεταφορά των ασθενών σε πολυπληθή οικοτροφεία στην ηπειρωτική Ελλάδα, οι ΜΚΟ αναλάμβαναν την βιαστική επιλογή ασθενών για την ηπειρωτική Ελλάδα και οι κάτοικοι του νησιού αντιδρούσαν γιατί εισέπρατταν την όποια παρέμβαση ακουγόταν ότι θα γίνει, ως απειλή για την απώλεια των θέσεων εργασίας που είχαν.

Ήταν τότε που ο Ροτέλλι, μετά από επίσκεψή του στη Λέρο τον Δεκέμβριο του 1988, δήλωνε, σε ημερίδα στο Δαφνί, ότι το ζήτημα δεν είναι το κλείσιμο του ψυχιατρείου, το ζήτημα είναι ν΄ αλλάξουμε την ψυχιατρική, πώς κατανοούμε και επικοινωνούμε με τον ψυχικά πάσχοντα, πώς ανοίγουμε μια σχέση μαζί του, πώς μετασχηματίζουμε τους καθετοποιημένους επαγγελματικούς ρόλους. Και μέσα από αυτή τη διαδικασία πώς μετασχηματίζουμε και «πάμε πέρα από» το ίδρυμα, «από τα μέσα προς τα έξω», στην κοινότητα, με τους ασθενείς, που αποκτούν, πλέον, δικαιώματα και με το ίδιο προσωπικό, που αλλάζει ρόλο, από αυτόν του φύλακα σε αυτόν του θεραπευτή. Ήταν αυτή η γραμμή που πέρασε μέσα από τα προγράμματα Αποϊδρυματοποίησης στο ΚΘΛέρου, τα οποία έγινε δυνατό να υλοποιηθούν κερδίζοντας τη στήριξη μεγάλης μερίδας του προσωπικού και της τοπικής κοινωνίας γενικά…»

Και τι μπορούμε να κάνουμε για να πετύχουμε όλα αυτά; Ο άνθρωπος λοιπόν που φύτευε τριαντάφυλλα, έγραψε κιόλας κάτι σχετικό: «Ίσως οι ιδέες γεννιούνται και μπορούν να αναπτυχθούν σε ένα μέρος, αλλά πρέπει απαραίτητα να εξαπλωθούν παντού». Κι ο Rotelli, όπως σημειώνεται εδώ απ’ τον Pietro Pellegrini, ίσως να ήθελε να φυτέψει άλλα πέντε χιλιάδες τριαντάφυλλα, γιατί «το τριαντάφυλλο που (ακόμη) δεν υπάρχει καλεί μια άλλη εποχή, μια άλλη γενιά, μια νέα ενέργεια, μια νέα αγάπη».

Κι επειδή, όπως αναφέρεται εδώ (σ’ αυτό το εξαιρετικό άρθρο της Fabiana Martini), προειδοποιεί ο Antoine de Saint-Exupéry και γνωρίζουμε καλά όλα μας: «δεν μπορεί κανείς να συνεχίσει να ζει ασχολούμενος μόνο με ψυγεία, πολιτική, ισολογισμούς και σταυρόλεξα. Δεν είναι δυνατόν να συνεχίσει κανείς έτσι». Χρειαζόμαστε και τριαντάφυλλα, ομορφιά, ελπίδα, όνειρα. Κι αυτό που μετράει, είναι εκείνο που αποκαλύπτει η αλεπού στον Μικρό Πρίγκιπα: «Είναι ο χρόνος που έχασες για το τριαντάφυλλό σου που έκανε το τριαντάφυλλό σου τόσο σημαντικό».

«Υπάρχουν» επομένως «ακόμη πολλά τείχη να γκρεμιστούν (υλικά αλλά όχι μόνο), αναλαμβάνοντας κάθε φορά την ευθύνη για ό,τι συνεπάγεται αυτή η κατάρρευση (σελ. 158). Υπάρχουν ακόμα πολλά τριαντάφυλλα που πρέπει να φυτευτούν στον κήπο με τις τριανταφυλλιές (σελ. 151), γράφει ο Rotelli, και ακόμη και ένα μπορεί να είναι σημαντικό ενάντια στον άπειρο κίνδυνο να στεγνώσει και να πεθάνει ο κόσμος…» Ακόμη και ένα. Αυτό είναι που πρέπει να φυτέψουμε._

.

ΠΗΓΕΣ:

Έφυγε από τη ζωή ο Φράνκο Ροτέλλι«, του Θόδωρου Μεγαλοοικονόμου

– “QUALE PSICHIATRIA?” 23 scritti di Franco Rotelli«, του Paolo F. Peloso

Un ricordo di Franco Rotelli«, του Pietro Pellegrini

Quelle rose dimostrano che tutto può essere cambiato» της Fabiana Martini

È morto lo psichiatra Rotelli, collaborò alla legge Basaglia che portò alla chiusura dei manicomi«, της Valeria Pini, στην εφημερίδα «La Repubblica», 16/3/2023

Παρουσίαση βιβλίου: «Ελεύθεροι στη Μυλόπετρα» του Χρήστου Ποζίδη

(φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Λίγο πριν την εθνική επέτειο του 1821 για την οποία τόσες μελέτες έχουν γραφτεί κι υπάρχουν πολλά να μάθετε ακόμη σε διαδικτυακά μαθήματα κ.ο.κ, δεν υπήρχε πιο επίκαιρο βιβλίο να διαβάσω. Γι’ αυτό αν και το πήρα απ’ το «Μονόκλ» μήνες πριν, πρόσφατα το μελέτησα και σας το παρουσιάζω σήμερα. Συγγραφέας του ο Χρήστος Ποζίδης και κυκλοφόρησε το 2021 απ’ τις «Εκδόσεις των Άλλων».

Στο οπισθόφυλλο του βιβλίου αναγράφονται τα εξής: «Οι “Ελεύθεροι στη Μυλόπετρα” είναι ανώνυμοι ήρωες της εξέγερσης του ‘21. Μέσα από τα πάθη, τις επιθυμίες, τις σκέψεις, τα όνειρα και τις πράξεις τους φωτίζουν τις υποτιμημένες ιστορίες των απλών ανθρώπων, των αφανών κλεφτών και των τυραννημένων κολίγων, οι οποίοι αποτέλεσαν το κύριο, συλλογικό σώμα που έδωσε υπόσταση στην – αρχικά δισυπόστατη, εθνική και κοινωνική – επανάσταση. Οι βασικοί χαρακτήρες των διηγημάτων απαρτίζουν μια ομάδα ανταρτών στα βουνά του Μοριά. Ένας οπλαρχηγός με γλωσσολογικές ανησυχίες, τρεις βοσκοί που κάνουν επιδρομή σε ένα κελάρι τσιφλικά, μια υποψία νεράιδας, ένας γιατρός με επιρροές από τους πρώτους Γάλλους σοσιαλιστές, ένας θεατρίνος ποπολάρος, ένας Σλάβος αραμπατζής και διάφοροι άλλοι αλληλεπιδρούν μέσα στις ιστορίες, διατρέχοντας μέσα από τις μνήμες και τα βιώματά τους όλη την περίοδο της εξέγερσης, από τις αιτίες και την προετοιμασία του ξεσηκωμού, μέχρι τις Εθνοσυνελεύσεις, τους εμφυλίους και την απελευθέρωση».

Το ότι παραθέτει ο συγγραφέας του στην αρχή κάποια αποσπάσματα απ’ το «Θούριο» του Ρήγα Φεραίου, απ’ το βιβλίο του Γιάννη Σκαρίμπα «Το 1821 και η αλήθεια» κι ένα κλέφτικο τραγούδι («Δεν προσκυνώ τους άρχοντες και τους κοτζαμπασήδες/ μον’ καρτερώ την άνοιξη να ‘ρθουν τα χελιδόνια»), δείχνει και την ιδεολογική του τοποθέτηση. Η Επανάσταση ξεκίνησε σε μια κοινωνία με βαθιές ταξικές διαφορές, που το απάνθισμά της περιγράφεται εξαιρετικά σ’ αυτήν την παράγραφο του διηγήματος «βέρβαινα και ζαράκοβα»:

» (…) σύντας φτάσαμε στο λιθόχτιστο χωριουδι (ενν: τα Βέρβαινα), ανταμώσαμε τον κόσμο και τον κοσμάκη, αντάρτες μέσα στην κακομοιριά και στην περφάνια, μωρέ έπρεπε να τους ξάνοιγες πως στεκόντουσαν με τα καριοφίλια σαν βασιλικά σημάδια, ενώ τους χόρευε το σαράκι της πείνας και κάποιους του ίκτερου, παραδίπλα τσούρμα τους απλούς χωρικούς, μεσιακάρηδες από τα διπλανά χωριά που παρατήσανε τα τιμάρια τους, φουσκωμένοι από ελπίδα για τη θέση τους στον ήλιο, ενώ γύρω τριγύρω από τα κορδωμένα σπιτικά, καβάλα στ’ αλόγατα, οι κεχαγιάδες, οι κάποι, οι προσωπικές φρουρές σαν λένε των τσιφλικάδων, των προκρίτων που αναπαύονταν στα μιντέρια, στους δροσερούς οντάδες πατώντας ναργιλέδες…»

Κι οι επιδιώξεις φυσικά όλων αυτών κι όχι μόνο αυτών, δεν ήταν ίδιες, όπως εξηγείται (στο διήγημα «γιουρούσια»: «(…) Εκείνη την ευνοϊκή εποχή, παράλληλα με το εθνικό ιδεώδες που ανέτειλε, διαδίδονταν το διεθνιστικό πρόταγμα του Φεραίου. Όλοι οι υποτελείς λαοί μαζί, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, γλώσσας ή καταγωγής απέναντι στον κατακόρυφο, κοινωνικό ζυγό. Η ιδέα για ένα κοινό φλάμπουρο, με σταυρό και ημισέληνο, είχε αποκτήσει κάποιους οπαδούς. Όχι όμως εκείνους με την κατάλληλη ισχύ κι επιρροή. Αυτοί, οι προεστοί κι οι κοτζαμπάσηδες, οι κεφαλές των κλέφτικων σογιών κι οι εφοπλιστάδες, οι λόγιοι, το ιερατείο, βολεύονταν ιδανικά με το ανεξάρτητο έθνος-κράτος…»

Ξεχώρισα κι άλλα διηγήματα πάντως, όπως αυτό που τιτλοφορείται «ο κλέφτης», που δείχνει και το ενδιαφέρον του συγγραφέα για τη γλώσσα ως κοινωνική κατασκευή (και καθόλου τυχαίο δεν είναι φυσικά το γεγονός τού ότι έχει ανασύρει απ’ τη λήθη του χρόνου, πλήθος μισοξεχασμένων λέξεων καθώς κι ότι εδώ έχω παρουσιάσει και ένα ακόμη του βιβλίο: το «Γλωσσικό αντάρτικο»):

» (…) Από τα σπλάχνα έβγαινε συμπυκνωμένη η οργή κι η ζωώδης ανάγκη για ελευθερία, μέσα από μια φράση του κατακτητή. «Άι σιχτίρ», ως αναγκαίο συμπλήρωμα των ομοιοκατάληκτων τετράστιχων και της προγραμματικής Χάρτας για μια απελευθερωμένη, δικαιότερη κοινωνία. «Άι σιχτίρ», που σήμαινε «στα τσακίδια», αρκετά με την καταπίεση, αρκετά με τις κακουχίες και με τη σκλαβιά, αρκετά με την υποταγή. Στον αγύριστο, μωρέ, καλύτερα να πεθάνουμε απ’ το να ανεχόμαστε. Η προέλευση της, καθιστούσε φοβερά ακατανόητη την επίδραση της στους Ρωμιούς για τον Καπετάν Μενέλα…»

Τα διηγήματα αυτά, δε χρειάζονται μεγάλη ανάλυση. Είναι φανερό πώς είναι απόσταγμα μεγάλης μελέτης του συγγραφέα για το 1821 και μας διδάσκουν, χωρίς να είναι εσκεμμένα διδακτικά, φωτίζοντας πολλές πλευρές αυτού του τολμηρού εγχειρήματος που συχνά αποσιωπούνται και φέρνοντας στο προσκήνιο ήρωες που υπο-εκπροσωπούνται συνήθως στις συστημικές καταγραφές, σαν το Σλάβο του.

Αντί επιλόγου λοιπόν, γιατί ολοκληρώνεται πια η παρουσίαση μου, θα παραθέσω ένα απόσπασμα απ’ το διήγημα «σκιές και φως», μιας κι αφενός αυτήν την περίοδο συντασσόμαστε με τις κινητοποιήσεις των ανθρώπων που εργάζονται στον τομέα των τεχνών κι αφετέρου επειδή καλύτερο κλείσιμο, με τέτοιο διαχρονικό κι επίκαιρο συνάμα μήνυμα, δε θα μπορούσα να βρω. Ένας διαφορετικός ήρωας άλλωστε, πρωταγωνιστεί και σ’ αυτό:

» (…) Κάτω απ’ τους ατελείωτους ουρανούς με τους αναρίθμητους αστέρες, ο Αντζελής ψυχαγωγούσε τη συντροφιά στα σκοτάδια των ξέπνοων βραδιών της καθόδου τους. Στεκόταν κόντρα στη φωτιά, ώστε να εμφανίζεται στους βλάμηδες απέναντι μονάχα η σκιά του. Έπειτα με τις πλουσιοπάροχες κινήσεις των αυτοσχεδιασμών της κομέντια, τους έκανε να ξεσκάνε κοροϊδεύοντας μπέηδες, ιεράρχες κι αφέντες. Σύντομα, οι Ηπειρώτες ραγιάδες κατάλαβαν πως το μετερίζι αυτού του ιδιόρρυθμου τζουτζέ ήταν στα ίσια σημαντικό με τον σκοπό, τον τουφεξή, τον μάγειρα…

(…) οι φαλλοί, ο έρωτας, η γονιμότητα μιλάνε για το ατελεύτητο του κύκλου, μετά το θάνατο έρχεται ζωή και μετά το χειμώνα η άνοιξη κι όταν σαπίζει η κοινωνία που εξαχρειώνει τους ανθρώπους της, φυσικά και θα ανθίσει μια άλλη για να φέρει το δίκαιο, είναι γραμμένο στα πιο βαθιά κατάστιχα του κόσμου μας, γίνεται πραγματικότητα σε λαϊκές γιορτές που καίνε σημαίες κατακτητών, αυτά όλα κι ακόμη περισσότερα σκεφτοτανε ο Αντζελής, ο ηθοποιός, ο ποπολάρος, καθώς χόρευε γύρω από τις φλόγες για να διασκεδάσει τους συντρόφους του, με τους οποίους ορκίστηκε ν’ ανάψει φωτιές, εστίες και πυρκαγιές»…

ΗΧΗΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ στο «Κραυγές απ’ τα κελιά», απ’ τη Διημερίδα «Μαθαίνοντας -Ξεμαθαίνοντας: Διάλογοι πάνω στην τρέλα», που συνδιοργάνωσαν το Δίκτυο Ακούγοντας Φωνές Αθήνας και η Πρωτοβουλία ‘Ψ’

Κάποιες απ’ τις συζητήσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της Διημερίδας που συνδιοργάνωσαν το Δίκτυο Ακούγοντας Φωνές Αθήνας και η Πρωτοβουλία ‘Ψ’ , στις 3 και 4 Μαρτίου ανέβηκαν στο youtube. Τα ηχητικά αρχεία είναι πλέον διαθέσιμα απ’ το «Κραυγές απ’ τα κελιά», κι εδώ ο σύνδεσμος προς το ιστολόγιό.

.

.

Ο Σταύρος Ψυλλάκης στο κατειλημμένο Ρεξ, σήμερα 23/3/2023 στις 7 μ.μ.

Photo Credits: Stelios Mich

«Για δεύτερη φορά, ο Σταύρος Ψυλλάκης στο κατειλημμένο Ρεξ. Θα γίνει προβολή αποσπασμάτων από τις ταινίες του και θα ακολουθήσει συζήτηση πάνω στο ντοκιμαντέρ.

Ο Σταύρος Ψυλλάκης (Χανιά, 30 Ιανουαρίου 1954) είναι Έλληνας σκηνοθέτης και παραγωγός ανθρωποκεντρικών ντοκιμαντέρ που συνήθως εστιάζουν σε οριακές καταστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Έχει τιμηθεί με βραβεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με σπουδαιότερο το 1ο Βραβείο Ταινίας Τεκμηρίωσης της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (2010) για το ντοκιμαντέρ «Άλλος Δρόμος Δεν Υπήρχε.»

Θεωρείται ένας από τους πρωτοπόρους στην Ελλάδα στο ανθρωποκεντρικό ντοκιμαντέρ με πλούσιο έργο πάνω από σαράντα ταινιών.

Είναι ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (Ε.Α.Κ.) και της Ένωσης Ελληνικού Ντοκιμαντέρ (Ε.Ε.Ν) Βραβεύτηκε φέτος, στο 25ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, με τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο για το σύνολο του έργου του».

https://www.facebook.com/events/5666299126814978/?ref=newsfeed

Memento mori

(φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Σκέφτομαι τα μικρά χωριά που άφησαν οι κάτοικοί τους

έρημα πια, με μισογκρεμισμένα σπίτια.

Σκέφτομαι κι εκείνα που βρίσκονται τώρα στον πυθμένα

μιας λίμνης τεχνητής,

ναυάγια μιας προοπτικής που δεν τα χώραγε.

Σκέφτομαι όσα καταστράφηκαν από

σεισμούς, φωτιές, πλημμύρες, καθιζήσεις, πολέμους.

Εκείνα που σβήστηκαν απ’ το χάρτη αιώνες πριν

κι αρχαιολόγοι τα ξεθάβουν.

.

Σκέφτομαι το Κάλλιο,

τη Δαφνούσα,

το Σφενδύλι,

την Αλάσσα,

το Φοίνικα,

το Κουρόν,

το νησάκι Άντα Καλέ.

.

Σκέφτομαι όλα τα εγκαταλελειμμένα μέρη…

.

Το Chernobyl που το κατέλαβε η φύση και το Pripyat της Ουκρανίας,

το παλιό Δημαρχείο τη Νέας Υόρκης, έκθεμα στο μετρό της πια,

τον μισοβυθισμένο φάρο Rubjerg Knude στη βόρεια Γιουτλάνδη,

το ξενοδοχείο Hachijo, στην Hachijojima της Ιαπωνίας,

τις μικρές ξύλινες πόλεις της Καλιφόρνια όταν πέρασε ο πυρετός του χρυσού,

το Kolmanskop με τα ξεχασμένα ορυχεία διαμαντιών της Ναμίμπια,

τα δαιδαλώδη καταφύγια του Λονδίνου,

το δικαστικό μέγαρο Plymouth στο Μοντσερράτ,

τα ναυαγισμένα πλοία της ξέρας του Τριγώνου των Βερμούδων,

το Spreepark του Βερολίνου,

την Texola της Οκλαχόμα,

την Oradour-sur-Glane της Γαλλίας…

.

Σκέφτομαι και τα μέρη που άλλαξαν ονόματα,

Κωνσταντινούπολη, Φιλιππούπολη, Αγία Πετρούπολη,

που τα σημάδεψαν καινούρια ορόσημα,

που ξαναγράφτηκε η ιστορία τους

κι ό,τι ήταν κάποτε, δεν είναι έτσι ακριβώς σήμερα πια

κι είν’ τόσο δύσκολο να μετρηθεί τι χάθηκε…

.

Σκέφτομαι τους ανθρακωρύχους που καταπλακώθηκαν σε στοές,

τους ανώνυμους εργάτες των μνημείων που θαυμάζουμε,

εκείνους που ενταφιάστηκαν δίπλα στους σιδηροδρόμους

κι εκείνους των ομαδικών τάφων ανά την υφήλιο,

τους Εβραίους που εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης,

τους πολιτικούς κρατούμενους που τσακίστηκαν σε κρυφά υπόγεια,

τους αγνοούμενους της Κύπρου,

τ’ αζήτητα πτώματα των νεκροτομείων,

τους πρόσφυγες που χάθηκαν στα κύματα,

όλα όσα ήλπιζαν να μη ξεχαστούν.

.

Σκέφτομαι τους ανθρώπους που γνώρισα

και πια δεν υπάρχουν

παρά μονάχα στις αναμνήσεις μου

κι εμάς που γράφουμε ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα,

ελπίζοντας οι λέξεις μας να διαρκέσουν πιο πολύ

απ’ τις ζωές μας…

.

Σκέφτομαι τη γη σε τροχιά σύγκρουσης με την Ανδρομέδα,

το ενδεχόμενο να γίνει ο γαλάζιος μας πλανήτης

ένα φάντασμα στο σύμπαν

να περνούν από δίπλα του

του μέλλοντος τα διαστημόπλοια

χωρίς υποψία πως κάποτε, εδώ…

.

Σκέφτομαι πως άλλη Αθανασία απ’ τη Μνήμη δεν υπάρχει,

αλλά κι η μνήμη,

πώς να το κάνουμε;

Έχει κι αυτή τα όριά της…

.

Αικατερίνη Τεμπέλη

.

.

.

ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΑΙΝΙΑΣ «Ένας χωρισμός» — Παρασκευή, 24/3/23 στις 19:30, στο χώρο της Πρωτοβουλίας ‘Ψ’

Την Παρασκευή, 24/3/23, στις 19.30, θα προβάλουμε, στο χώρο της Πρωτοβουλίας ‘Ψ’ (Αιθαλίδου 11, Αγ Ιωάννης), την εξαιρετική ταινία του Ιρανού Ασγκάρ Φαραντί, «Ενας Χωρισμός».

Η Σιμίν και ο Νάντερ είναι ένα παντρεμένο ζευγάρι και ζουν με την κόρη τους, Τερμέ, στην Τεχεράνη. Η Σιμίν αποφασίζει να εγκαταλέιψει τη χώρα, κάτι που ο Νάντερ δε θέλει. Επιπλέον, ο πατέρας του Νάντερ έχει Αλτσχάιμερ. Όταν τελικά η Σιμίν αποφασίζει να φύγει, ο Νάντερ κάνει αίτηση διαζυγίου. η Σιμίν φεύγει και η Τερμέ μένει με τον πατέρα της.

Ο Νάντερ, για να βοηθήσει τον πατέρα του, προσλαμβάνει τη Ραζί, μία έντονα θρησκευόμενη γυναίκα που είναι είναι παντρεμένη με τον οξύθυμο Χοτζάτ. Μετά από λίγο καιρό, η Ραζί μένει έγκυος. Μία μέρα, η Ραζί δεν μπορεί να βοηθήσει τον άρρωστο και όταν γυρνά στο σπίτι ο Νάντερ βρίσκει τον πατέρα του λιπόθυμο. Όταν η Ραζί γυρίζει στο σπίτι, ο Νάντερ τη διώχνει και την κατηγορεί ότι έκλεψε χρήματα. Αργότερα, η αδερφή του Χοτζάτ τους ενημερώνει ότι η Ραζί απέβαλε.

Στον Νάντερ ασκείται δίωξη με την κατηγορία ότι προκάλεσε της αποβολή της Ραζί. Ο Χοτζάτ γίνεται όλο και περισσότερο οξύθυμος και επιθετικός, ενώ αποκαλύπτεται ότι την ημέρα που απέβαλε, η Ραζί άφησε τον πατέρα του Νάντερ για να πάει σε γιατρό. Ο Νάντερ, συνδυάζοντας αυτά τα δύο γεγονότα, υποπτεύεται ότι ο Χοτζάτ είναι βίαιος σύζυγος και ότι αυτός προκάλεσε την αποβολή.

Στη συνέχεια, η Τερμέ κάνει ψευδή κατάθεση για να προστατέψει τον Νάντερ, ενώ η Σιμίν του λέει να τους δώσει χρήματα. Ο Νάντερ στην αρχή εξοργίζεται, καθώς θεωρεί ότι αυτό είναι μια παραδοχή ενοχής. Ωστόσο, η Ραζί αποκαλύπτει στη Σιμίν ότι έχει αμφιβολίες αν οι ενέργειες του Nader προκάλεσαν την αποβολή, σκεπτόμενη ότι είχε χτυπηθεί πιο πριν από ένα αυτοκίνητο και είχε αισθανθεί από τότε ότι μπορεί να αποβάλει. Επίσης, η Ραζί φοβάται ότι αν δεν πάρει τα χρήματα του Νάντερ, δε θα μπορέσει ο Χοτζάτ να αποπληρώσει τους οφειλέτες του, καταστρέφοντας την οικογένειά τους. Στην πορεία, η Σιμίν εξαναγκάζει την Τερμέ να φύγει μαζί της. Ο Νάντερ συμφωνεί να πληρώσει και ζητά από τη Ραζί να ορκιστεί στο Κοράνι ότι αυτός είναι η αιτία που απέβαλε. Δεδομένου ότι έχει αμφιβολίες, αρνείται, αν και ο Hodjat προσπαθεί να την αναγκάσει να ορκιστεί, για να αποφύγει την ατίμωση μπροστά στους πιστωτές του.

Στο τέλος, στο δικαστήριο, επανέρχεται η υπόθεση του διαζυγίου, το οποίο οριστικοποιείται. Η Τερμέ πρέπει να αποφασίσει με ποιον από τους γονείς της θέλει να μείνει και λέει στον δικαστή να περιμένουν και οι δύο έξω από την αίθουσα, πριν του πει την απόφασή της.

Ένα ζευγάρι, όπως αυτό της ταινίας, που κάποτε αγαπήθηκε και τώρα βρίσκεται σε ανελέητη σύγκρουση, τον άκρατο εγωϊσμό που διέλυσε το κάποτε κοινό τους όραμα και απειλεί το παιδί τους, τις ταξικές διαφορές και τις θρησκευτικές αγκυλώσεις στην καθημερινότητα.

Η ταινία είχε βραβευτεί, το 2011, με το Οσκαρ καλλίτερης ξενόγλωσσης ταινίας, με την Χρυσή Αρκτο στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, με τη Χρυσή Σφαίρα καλλίτερης ξενόγλωσσης ταινίας και με το βραβείο Σεζάρ καλλίτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

Μετά την προβολή θ΄ ακολουθήσει συζήτηση.

.

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΟΛΥΜΟΡΦΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ