Νέες κυκλοφορίες: «Το πούρτσον που κουτσαίνει», η πρώτη ποιητική συλλογή της Ανθής Θεοχάρη απ’ τις εκδόσεις «Ρώμη»

Time to read:1 minute

Αυτό είναι ένα βιβλίο, που η αλήθεια είναι ότι το περιμέναμε με χαρά όσοι άνθρωποι γνωρίζουμε την Ανθή Θεοχάρη. Πρόκειται για την πρώτη της ποιητική συλλογή που κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις «Ρώμη» και η οποία θα παρουσιαστεί σύντομα στο κοινό.

Στο οπισθόφυλλο αναφέρονται τα εξής:

Τρία δάχτυλα σε σχήμα σταυρού, γράφουν για την Παλαιστίνη που μιλάει για τριαντάφυλλα. Από απόσταση, ένα ζευγάρι γδέρνεται από μια τσουκνίδα φυτρωμένη στην άσφαλτο. Κρέατα κρέμονται με περισσή φροντίδα στα Κρεοπωλεία. Μια μύγα ενοχλεί το βλέμμα.  Μαζί και το συναίσθημα. Το Πούρτσον που κουτσαίνει γεννήθηκε μέσα από την αφαίρεση. Βίωσε όλη την στοργή, την χαρά το χάδι και παρότι βάδισε πάνω σε μετέωρο έδαφος δεν φοβήθηκε. Στο καταφύγιο που γίνεται φυλακή και αντίστροφα είμαστε με το ένα πόδι μπρος και πίσω. Στον έρωτα που έρχεται με ορμή και φεύγει τσακισμένος ακριβώς γιατί φαίνεται άρτιος όμως ποτέ δεν είναι. Περιμένει ΚΑΝΕΙΣ τις εντυπώσεις μεταξύ Σωκράτους και Ευριπίδου; Μα πώς! Αφού, περάσαμε από κει.

Μπορείτε να διαβάσετε εδώ κάποια απ’ τα ποιήματά της και να μάθετε περισσότερα για τη συλλογή απ’ τον ιστότοπο του εκδοτικού οίκου. Της εύχομαι από καρδιάς κάθε επιτυχία και σίγουρα θα σας γράψω κι άλλα για ‘κείνη, σύντομα…

Νέες κυκλοφορίες: «Α broken man in flower. Versions of Yannis Ritsos» του David Harsent

Time to read:1 minute

Το «A Broken Man in Flower», που κυκλοφόρησε στις 23 Μαρτίου απ’ τον οίκο Bloodaxe Books, με εισαγωγή από τον John Kittmer, περιλαμβάνει εκτός φυσικά από μεταφρασμένα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου κι ένα χρονοδιάγραμμα της ζωής και του έργου του και το κείμενο μιας διαφωτιστικής και ζωντανής επιστολής που έστειλε εκείνος στην εκδότρια του, Νανά Καλλιανέση, στις 2 Απριλίου του 1969 ενώ βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό στο Καρλόβασι της Σάμου, όπου και περιέγραφε τη ζωή του –και τις ζωές των Ελλήνων– υπό την κατασταλτική κυριαρχία των Συνταγματαρχών.

«Πρόκειται για «εκδοχές» του Ρίτσου από έναν μεγάλο Άγγλο ποιητή. Ο Γιάννης Ρίτσος, ένας από τους πιο διάσημους Έλληνες ποιητές του 20ού αιώνα, βρήκε επιτέλους έναν «σύντροφο μεταφραστή» στο ύψος του έργου. Το έργο που είναι πειραματικό και επαναστατικό στα ελληνικά είναι πειραματικό και επαναστατικό και στα αγγλικά. Η παραγωγή του Ρίτσου είναι τεράστια, η ζωή του ηρωική και γεμάτη γεγονότα, η φωνή του ενσάρκωση του εθνικού θάρρους». – The Times Literary Supplement

Όσο για το συγγραφέα, που και στο παρελθόν έχει εκδώσει αυτό το σχετικό βιβλίο και ξεκίνησε ν’ ασχολείται με την ποίηση του Ρίτσου απ’ το 1969 μιας κι ήταν τότε που τον πρωτοδιάβασε στο The Review, αναφέρονται τα εξής: «Οι δεκατρείς συλλογές του David Harsent (Ντέιβιντ Χάρσεντ) έχουν κερδίσει μια σειρά από βραβεία, όπως το Βραβείο Forward, το Βραβείο TS Eliot και το Διεθνές Βραβείο Γκρίφιν. Είναι επίσης λιμπρετίστας: οι συνεργασίες του με συνθέτες, κυρίως με τον Harrison Birtwistle, έχουν παιχτεί σε μεγάλους χώρους παγκοσμίως».

Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο, υπάρχουν στη σελίδα του εκδοτικού οίκου, που θα βρείτε κάνοντας κλικ εδώ κι εξερευνώντας τους συνδέσμους θα μάθετε κι άλλες λεπτομέρειες.-

Νέες κυκλοφορίες: «Τηλεφυματίωση» του Τέου Ρόμβου απ’τις εκδόσεις Opportuna

Time to read:1 minute

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Opportuna το νέο βιβλίο του Τέου Ρόμβου* «Τηλεφυματίωση». Κείµενα του Τέου Ρόμβου, του Κλωντ Πελιέ, του Καρλ Βάισνερ και του Ουίλιαµ Μπάροουζ, µεταφρασµένα από τον Τέο Ρόµβο. Εξώφυλλο του Σταύρου Καπλανίδη.

«…Η στρυχνίνη της µοναξιάς στo ποτήρι των αναµνήσεων, βράδυ, σε µια βροχερή γειτονιά του KATENDRECHT κυνηγάω τα φαντάσµατα της νιότης µου, βρεγµένα µαλλιά, παγωµένος αέρας από τη θάλασσα που δεν είδα ποτέ, µε τρεµάµενα µέλη του σώµατος που κάπου αλλού ανήκαν σ’ ένα JUNKIE, ψάχνω και ψάχνω…»

*Το blog του Τέου Ρόμβου θα το βρείτε εδώ κι υπάρχουν πολλά εκεί για να διαβάσετε και να δείτε, σχετικά με τα βιβλία του και τις δράσεις του.

«Τα Τετράδια Ψυχιατρικής»: Αφιέρωμα στον Αντώνη Παλαιολόγο, γιατρό της Μακρονήσου

(φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Time to read:5 minutes

Πάρα πολύ ενδιαφέρον είναι το πρόσφατο τεύχος του τετραμηνιαίου επιστημονικού περιοδικού, «Τα τετράδια Ψυχιατρικής*», που πήρα πρόσφατα στα χέρια μου. Στο εισαγωγικό σημείωμα, που υπογράφει η Κατερίνα Μάτσα, αναφέρονται τα εξής:

«Όσο βαθαίνει η κρίση της ιατρικής και εκπίπτει η ιατρική λειτουργία, τόσο μεγαλύτερες διαστάσεις αποκτά το φαινόμενο της ιατρικοποίησης, της αναγωγής δηλαδή κοινωνικών φαινομένων και συμπεριφορών σε ιατρικά προβλήματα. Η έκπτωση της ιατρικής λειτουργίας στην εποχή μας εκφράζεται, μεταξύ των άλλων, και με την εξαφάνιση του αρρώστου ως πάσχοντος υποκειμένου και την αναγωγή του στο σύνολο των συμπτωμάτων του. Αυτή είναι η λογική που διέπει το Εγχειρίδιο Κατάταξης Ψυχικών Διαταραχών (DSM) της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας που σηματοδοτει -όπως έχουμε αναλύσει πολλές φορές στα ΤΨ- τον θάνατο της ψυχοπαθολογίας. Αυτή είναι η λογική της νεοφιλελεύθερης πολιτικής για την Υγεία, της Ιατρικής για το κέρδος, της υποταγής του Δημόσιου νοσοκομείου και της κλινικής πράξης στα εξωιατρικά κριτήρια της Αγοράς. 

 Όλα αυτά τα πολύ σημαντικά επιστημολογικά ζητήματα εξετάζονται στο άρθρο του Σ. Μιχαήλ για το πάσχον υποκείμενο της ίασης. Ένα άρθρο που γίνεται πολύ επίκαιρο σήμερα, μετά την ψήφιση από την κυβερνητική πλειοψηφία του τελευταίου νόμου για το ΕΣΥ  Αυτός ο νόμος που χαρακτηρίστηκε από όλους τους υγειονομικούς φορείς ως «ταφόπλακα του ΕΣΥ», έχει σαν κύριο στόχο να μετατρέψει το δημόσιο νοσοκομείο σε θερμοκήπιο καλλιέργειας των ιδιωτικών συμφερόντων στο χώρο της Υγείας μετατρέποντας τελικά το ΕΣΥ σ’ ένα «αδειανό πουκάμισο». Η ανάγκη του συλλογικού ελέγχου της κλινικής πράξης από το συλλογικό υποκείμενο μιας καθολικά χειραφετημένη της ανθρώπινης κοινότητας είναι σήμερα πιο επείγουσα από ποτέ. 

Το τεύχος αυτό των ΤΨ είναι αφιερωμένο στο σπουδαίο κλινικό ψυχίατρο Αντώνη Παλαιολόγο, ο οποίος υπήρξε διευθυντής της ΣΤ’ Ψυχιατρικής Κλινικής του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αττικής, υφηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά και έφεδρος γιατρός στο Μακρονήσι και την Ικαρία, όπου βοήθησέ με όλες τις δυνάμεις του τους εξόριστους μάκρονησιώτες. Όπως φαίνεται στο σχετικό άρθρο του Δ. Υφαντή, όπου παρατίθενται μαρτυρίες εξόριστων, οι ίδιοι τον αποκαλούσαν «κάτι παραπάνω από άγγελος…». Ίσως αυτό να του στοιχίσει και την έδρα της Ψυχιατρικής!!!

Ο Αντώνης Παλαιολόγος είχε κάνει λαμπρές σπουδές στο Παρίσι δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους της Ψυχιατρικής -Delay, Alajouanine, Ey και άλλους. Στην κλινική του πράξη ακολουθούσε τη φαινομενολογική προσέγγιση και την ανθρωπιστική κατεύθυνση. Δημοσιεύουμε το άρθρο του με τίτλο «Αντιλήψεις επί της αγχώδους νευρώσεως» καθώς και ένα απόσπασμα από την ιστορική -και δυσεύρετη- σήμερα μονογραφία για «το βίωμα του χώρου ρου» μία φαινομενολογική ψυχοπαθολογική μελέτη στο πνεύμα των θεωριών του Minkowski. Το απόσπασμα που επιλέξαμε αφορά την παρουσίαση με υποδειγματικό τρόπο δύο κλινικών περιπτώσεων. 

Η Ψυχιατρική, όμως, δεν έχει μόνο την κλινική και τη θεωρητική της πλευρά, έχει και την ιδρυματική. Ο εγκλεισμός στο Ψυχιατρικό Ιδρυμα όλων όσοι, με βάση την κοινωνική νόρμα, θεωρούνται ως μη κανονικοί γίνεται μία πράξη βιοπολιτικής. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του αγωνιστή λογοτέχνη Γ. Ζάρκου όπως φαίνεται στο σχετικό άρθρο της Κ. Μάτσα. 

Στην ύλη του περιοδικού περιλαμβάνονται επίσης πολύ ενδιαφέροντα άρθρα ψυχαναλυτικής κατεύθυνσης. Μία πολύ περιεκτική παρουσίαση από τον ψυχαναλυτή Πέτρο Κεφάλα του βιβλίου «Ντόναλντ Γουίνικοτ, ένας ψυχαναλυτής για τον επόμενο αιώνα». Το άρθρο «το μίσος για το θηλυκό» του Στέλιου Μακρή, που είναι αφιερωμένο στη μνήμη του σπουδαίο ψυχαναλυτή και ψυχίατρου Γερασίμου Στεφανάτου. Τέλος, το άρθρο του Γ. Μποζίκη, πολύ επίκαιρο σήμερα, για τις οικογενειακές σχέσεις και τη λειτουργία του πατέρα σε παιδιά ομογονεϊκών οικογενειών στον ελληνικό χώρο. 

Δημοσιεύονται, τέλος, δύο πολύ ενδιαφέροντα κείμενα του Δικτύου Αλληλεγγύης Κοινωνικών Ιατρείων για την αστυνομική βία, καθώς και πολλές βιβλιοπαρουσιασεις».

Κι εγώ πάντως με τη σειρά μου διαβάζοντας το περιοδικό, στάθηκα σε διάφορα σημεία, όπως αυτό απ’ το άρθρο «Το πάσχον υποκείμενο της ίασης», του Σάββα Μιχαήλ: «Το βασικό σύμπτωμα», γράφει «της σύγχρονης Ιατρικής είναι ο κατακερματισμός σε όλα τα επίπεδα – το κοινωνικό, το επιστημονικό, το επιστημολογικό. Απ’ αυτήν την άποψη το αίτημα είναι πρώτα-πρώτα αίτημα άρσης του κατακερματισμού της ιατρικής θεωρίας και πράξης- αναζήτηση αυτού που συχνά με ένα συγκεχυμένο τρόπο ονομάζεται Ολιστική Ιατρική. Για ποια ολότητα, όμως, γίνεται λόγος και για ποια «ολιστική προσέγγιση»; …»

Μου έκαναν εντύπωση επίσης, όσα διάβασα για τον Αντώνη Παλαιολόγο και για τον αναλυτικότατο τρόπο που παρουσίαζε τις «Αντιλήψεις επί της αγχώδου νευρώσεως», χωρίς να διστάζει πάντως να γράψει: «δεν είμαστε εδώ για να συντηρούμε αμετάθετες θεωρίες και αντιλήψεις, αλλά για να ερευνούμε τη φύση, την ουσία και την αλήθεια των πραγμάτων…». Και στο κείμενο «Το βίωμα του χρόνου», όπου παρουσίαζε δύο κλινικές περιπτώσεις, κατέληγε: «Ας θεωρηθούν, λοιπόν, αι γραμμαί αύται ως μερικαί ακόμη ιδέαι, ριπτόμεναι εις την συζήτησιν». Κανένας δογματισμός δεν διέπει τα κείμενά του, καμία ισχυρογνωμοσύνη, αντίθετα επικρατεί το ανοιχτό πνεύμα κι η ταπεινότητα, ενός απίστευτα διαβασμένου επιστήμονα, όπως δείχνουν τα γραπτά του.

Στο «Ψυχιατρικός Εγκλεισμός και Βιοεξουσία. Γιώργης Ζάρκος έγκλειστος στο Δημόσιο Ψυχιατρείο Αθηνών», η Κατερίνα Μάτσα εξηγεί περισσότερα για τις συγκλονιστικές καταγγελίες εκείνου που υπάρχουν στα βιβλία του: «Μιλά με περιφρόνηση για τους ψυχιάτρους, τη διαπλοκή τους με την κρατική εξουσία για να αποκομίζουν προσωπικά οφέλη, την απουσία της επιστημονικής γνώσης. Οι ψυχίατροι ασκούν τη φακιρική τέχνη, λέει, και δεν αφιερώνουν καθόλου χρόνο στους ασθενείς. Στο ψυχιατρείο δε γίνεται καμία απολύτως θεραπεία.

Περιγράφει σκηνές τρομερής βίας. Άλλωστε τα ψυχιατρεία είναι οι κατ’ εξοχήν «θεσμοί της βίας», κατά τον Μπαζάλια. Πρωταγωνιστές της βίας οι νοσοκόμοι, «τρελοδαμαστές» τους ονομάζει. Στηλιτεύει την εγκατάλειψη και τη βρωμιά που επικρατεί σε όλο τον χώρο. «Κοπρώνα», το αποκαλεί. (…) Ο Ζάρκος κατηγορεί το κράτος για αδιαφορία κι αμοραλισμό, για τον εγκλεισμό ως δολοφονία. Το κράτος, λέει, δολοφονεί τον «περισσευούμενο πληθυσμό», από τον οποίο θέλει να απαλλαγεί. Γι’ αυτό το ονομάζει «ξεμπερδευτήριο». Γράφει για να μάθει η κοινωνία όλη αυτήν την ατιμία του κράτους…»

Τέλος, στάθηκα στο άρθρο του Γιώργου Μποζίκη, «Οικογενειακές Σχέσεις και Λειτουργία του Πατέρα σε Παιδιά Ομογονεϊκών Οικογενειών στον Ελληνικό Χώρο. Μια Ποιοτική Έρευνα βασισμένη στο Ιχνογράφημα και στους Μύθους της Duss», που μας δίνει κάποια στοιχεία για το πολύ σημαντικό αυτό θέμα και θα μπορούσε να δώσει έναυσμα για περαιτέρω έρευνες.-

.

*Για να γραφτείτε συνδρομητές/συνδρομήτριες στο σπουδαίο αυτό περιοδικό απευθυνθείτε στο : 210-3304395 (υπεύθυνη Διονυσία Χρόνη) ή στείλτε μέιλ στο: tetradiapsy@gmail.com

.

.

«Η πρώτη αλήθεια» της Simona Vinci: Ένα μυθιστόρημα που εκτυλίσσεται και στο ψυχιατρείο της Λέρου, με ήρωα βασισμένο στον ποιητή Γιάννη Ρίτσο

Time to read 9 minutes

Το συγκεκριμένο, πολυεπίπεδο και πολυσύνθετο βιβλίο, το διάβασα την περίοδο που απουσίαζα από εδώ κι είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι δεν έχει μεταφραστεί τόσα χρόνια στα ελληνικά. Αυτός είναι λοιπόν ο πρώτος λόγος για τον οποίο γράφω τη σημερινή ανάρτηση, επειδή δηλαδή αξίζει να μάθετε ότι υπάρχει αυτή η έκδοση, κι ο δεύτερος είναι ότι έτσι, όσα από ‘σας ξέρετε ιταλικά, θα μπορέσετε να το ψάξετε και να το διαβάσετε, αν το θελήσετε (εκδόθηκε το 2016, απ’ τον οίκο Einaudi).

Το βιβλίο ξεκινά με την περιγραφή μιας τρομερής φωτογραφίας που δημοσίευσε το 1970 το περιοδικό L ‘Espresso, με τίτλο: «Μα είναι για το καλό του». Απεικόνιζε ένα γυμνό κοριτσάκι, δεμένο στο κρεβάτι του ψυχιατρικού νοσοκομείου Villa Azzurra στο Grugliasco στην επαρχία του Τορίνο, κι όπως έχει πει η συγγραφέας σε συνεντεύξεις της, ταυτίστηκε μ’ αυτό το κοριτσάκι: «Αν είχα γεννηθεί μόλις πέντε χρόνια πριν από το 1970, σε ένα άλλο κοινωνικό πλαίσιο, μπορεί να ήμουν αυτό το γυμνό παιδί, δεμένο σε μια κούνια που στριμώχνονταν στην άκρη της αβύσσου...»

Η συνέχεια, εκτυλίσσεται στο ψυχιατρείο της Λέρου, στο 16ο περίπτερο για την ακρίβεια, την περίοδο που εθελοντές άρχισαν να καταφθάνουν απ’ την Ευρώπη μαθαίνοντας τα πάντα για την εκεί φρίκη απ’ το δημοσίευμα του άρθρου των John Meritt και του John Wildgoose, στην εφημερίδα Observer, επιθυμώντας φυσικά ν’ αλλάξουν την κατάσταση. Μαζί τους η ηρωίδα της που κουβαλάει μόνο ένα σακίδιο με την Οδύσσεια και τον Ροβινσώνα Κρούσο, συν έναν φάκελο με φωτοτυπίες μερικών μαθημάτων που είχε δώσει ο Μισέλ Φουκώ και μια φωτογραφική μηχανή. Κι υπάρχει σ’ αυτό το βιβλίο κι ήρωας, που ονομάζεται Στέφανος, βασισμένος, όπως βλέπετε άλλωστε και στον τίτλο, στον ποιητή, Γιάννη Ρίτσο:

«- Τον ήρωα σας το Στέφανο τον εμπνευστηκατε από τον ποιητή Γιάννη Ρίτσο: φοβηθήκατε να χρησιμοποιήσετε έναν πραγματικό χαρακτήρα στο μυθιστόρημά σας, να του αποδώσετε πράξεις, σκέψεις, λόγια;

-«Πολύ φοβήθηκα, και στην πραγματικότητα τον ονόμασα αλλιώς. Δανείστηκα γεγονότα από τη ζωή του, αλλάζοντας τις εποχές. Τόλμησα να γράψω τα ποιήματα αυτού του «μικρού» ποιητή, ενός λογοτεχνικού δηλαδή χαρακτήρα, κλέβοντας και ξαναδουλεύοντας στίχους των ποιημάτων του Ρίτσου, αλλά προσπαθώντας να μην επικαλύπτονται υπερβολικά οι δύο φιγούρες»…

Κι ο τίτλος πάντως, του βιβλίου, σε στίχο του σπουδαίου ποιητή μας βασίζεται κι είναι απ’ το ποίημα «Υποθήκη», που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή «Πέτρες επαναλήψεις κιγκλίδωμα» (εκδόσεις «Κέδρος», 1975).

Γενικά, κάθε γραμμή αυτού του βιβλίου, αποδεικνύει πόσο ενδελεχώς μελέτησε το θέμα της η συγγραφέας. Όσα αναφέρει για το ανιδείκευτο τότε προσωπικό, για την κατάσταση των 1153 γυμνών, ρακένδυτων, αποστεωμένων ψυχικά πασχόντων, πολλοί εκ των οποίων νοσηλεύονταν χωρίς καν να είναι γνωστό το όνομά τους, για τις διεκπαιρεωτικές διαγνώσεις, για το χώρο που ήταν κλεισμένοι οι άνθρωποι που θεωρούνταν ανίατοι κι επικίνδυνοι, με αποτέλεσμα να τους πετούν φαγητό απ’ έξω για να τραφούν και να τους πλένουν από μακριά με το λάστιχο, είναι όλα ακριβέστατα. Nα ένα μικρό χαρακτηριστικό απόσπασμα:

«στριμώχνονταν όλη μέρα στη τσιμεντένια αυλή, κάτω από έναν εκτυφλωτικό ήλιο, σχεδόν όλοι καλυμμένοι με περιττώματα, με πληγές στα χέρια ή στα πόδια, πολλοί εντελώς γυμνοί και με θαμπά μάτια, σαν να είχαν επιζήσει τα σώματα αλλά δεν είχαν…»

Και το ίδιο συμβαίνει και μ’ όσα αναφέρει για τους πολιτικούς κρατούμενους που ζούσαν έγκλειστοι στο Παρθένι, που ζωγράφισαν την εκκλησία Αγία Κιουρά, κ.ο.κ.

Η περίληψη του βιβλίου, αναφέρει τα εξής: «Το 1992 η Άντζελα, μια νεαρή Ιταλίδα ερευνήτρια, αποβιβάστηκε στο νησί της Λέρου. Ήταν έτοιμη να φροντίσει, όπως οι συνάδελφοί της από όλη την Ευρώπη, και όπως οι γιατροί και οι νοσοκόμες του νησιού, τη συνεχιζόμενη φρίκη, που αποκάλυψε στον κόσμο πριν από μερικά χρόνια ο βρετανικός Τύπος, το «ένοχο μυστικό της Ευρώπης», «ένα νησί-τρελοκομείο» όπου στο παρελθόν ένα δικτατορικό καθεστώς είχε απελάσει πολιτικούς αντιπάλους από όλη την Ελλάδα, κάνοντάς τους να ζουν μαζί με τους ψυχικά ασθενείς. Όσοι από αυτούς δεν έχουν πεθάνει στο μεταξύ είναι όλοι ακόμα εκεί, μεταμορφωμένοι σε ανθρώπινα ναυάγια. Ανησυχητικά, ακατανόητα είναι τα σημάδια που καλωσορίζουν το κορίτσι. Ποιος είναι ο Βασίλειος, ο Μοναχός, και γιατί είναι πεπεισμένος ότι έθαψε «ό,τι απέμεινε από τον Θεό» ψηλά; Και ανάμεσα στους συνεργάτες της, ποια είναι πραγματικά η μυστηριώδης, επίμονη Λίνα, που φαίνεται να έχει έμφυτη σχέση με το νησί; Κάθε μυστήριο θα έχει μια απάντηση στο θησαυροφυλάκιο των ιστοριών των ξεχασμένων και των ηττημένων, των αποκλεισμένων από την ιστορία, στο «αρχείο των ψυχών» που το βιβλίο θα αναβιώσει για τον αναγνώστη: ιστορίες τραγικής, αδίστακτης ομορφιάς, όπως αυτή του ποιητή Στέφανου, της Τερέζας και του παιδιού με την πέτρα στο στόμα. Με το «Η πρώτη αλήθεια» που, από τον τίτλο, από στίχο του Γιάννη Ρίτσου, παραπέμπει σε μια αλήθεια απόλυτης αξίας πέρα ​​και μέσα από τα γεγονότα του βιβλίου, τα οποία διαδραματίζονται σε διαφορετικούς τόπους και χρόνους, και της ζωής των χαρακτήρων που παρουσιάζονται στον αναγνώστη, η Simona Vinci επιστρέφει στο μυθιστόρημα μετά από πολλά χρόνια, και επιστρέφει με μια ευτυχία και ελευθερία που δεν είχε επιτευχθεί ποτέ πριν».

Κι η ίδια διευκρίνιζε :

«Αν λέω ότι είναι μια ιστορία φαντασμάτων, είναι επειδή πιστεύω στα φαντάσματα. Παραμένω στην αρχική σημασία της λέξης, την ελληνική, φάντασμα από το ρήμα φαντάζω : εμφανίζομαι, δείχνω. Τα φαντάσματα είναι παρουσίες που έχουν την ικανότητα να εμφανίζονται κατά βούληση, που επιμένουν πέρα ​​από το χώρο και το χρόνο και με την ενοχλητική παρουσία-απουσία τους προειδοποιούν, χρησιμοποιούν τον φόβο που καταφέρνουν να ενσταλάξουν για να δώσουν ένα μάθημα: αυτό που ήταν μπορεί να είναι ξανά, οπουδήποτε, οποτεδήποτε. Το παρελθόν δεν θάβεται ούτε αποσυντίθεται, αλλά συνεχίζει να ζει, με τον ενίοτε οδυνηρό και καταστροφικό απόηχό του μέσα σε αυτούς που ακολουθούν».

Simona Vinci

Πέρα απ’ το πολύ ενδιαφέρον θέμα του, το βιβλίο έχει φυσικά και μεγάλη λογοτεχνική αξία, γι’ αυτό άλλωστε βραβεύτηκε κιόλας. Κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον με το στυλ του, αφού είναι τόσο μυθιστόρημα όσο κι αυτοβιογραφία κατά κάποιο τρόπο, φλερτάρει επίσης με το ρεπορτάζ, την ποίηση, κ.ο.κ. Με την ευρηματική του τετραμερή πλοκή και τη μεταφυσική του ενίοτε ατμόσφαιρα, θέτει ερωτήματα για «μυστήρια» που απαιτούν άπλετο φως για να λυθούν και μας συστήνει ήρωες που παλεύουν με τους δικούς τους δαίμονες, άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο επιτυχημένα μα όλους τους συνδέει το ίδιο νήμα: η τρέλα.

Η Vinci, λοιπόν, μετά τη Λέρο, στην οποία η ηρωίδα της επιστρέφει 17 χρόνια μετά και τα βρίσκει όλα αλλαγμένα, μας μεταφέρει στα μέρη της παιδικής της ηλικίας, στο Μπούντριο, στην επαρχία της Μπολόνια, μια πόλη γεμάτη «ματουτσίνι», πρώην έγκλειστους δηλαδή, στα δύο ψυχιατρικά ινστιτούτα της περιοχής, όπου και συνανταμε μια άλλη ηρωίδα της με τραγικό παρελθόν, την Εβελίνα.

Η συγγραφέας μας βάζει επίσης, στο σπίτι της, για να γνωρίσουμε τη μητέρα της (σε μια διήγηση που πλησιάζει την αυτοβιογραφία) η οποία άκουγε φωνές, έβλεπε φαντάσματα, κ.ο.κ. Βέβαια, όπως έχει πει, έχει συμβουλευτεί, μετά από υπόδειξη του εκδότη της και το βιβλίο του William Styron, «Darkness Visible: A memoir of darkness», επομένως είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς που τελειώνουν τα πραγματικά στοιχεία και που εισάγονται τα μυθοπλαστικά.

Όσο για το τελευταίο σκέλος αυτού του ταξιδιού που αφορά την ψυχική ασθένεια και στους βίαιους τρόπους αντιμετώπισής της, λαμβάνει χώρα στη Σιέρα Λεόνε, στη Freetown και μας συστήνει μερικούς εξ’ αυτών που έζησαν ως ασθενείς, στο Kissy, στο εκεί δηλαδή Ψυχιατρικό Νοσοκομείο.

Έψαχνε από κάπου να ξεκινήσει η Vinci για να γράψει αυτό το βιβλίο, και να πώς ακριβώς έγιναν όλα:

«Είχα την ιδέα να γράψω κάτι που να έχει να κάνει με ψυχικές ασθένειες, αλλά ακόμα δεν ήξερα τι, κυνηγούσα ιστορίες. Έφτασα στο νησί San Servolo, στη Βενετία, με οδηγό την εικόνα μιας γυναίκας που προχωρούσε στο νερό της θάλασσας. Ήθελα ένα νησί. Αλλά ακόμα δεν ήξερα ποιο και γιατί. Μόλις είχα τελειώσει τη δουλειά στο Strada Provinciale Tre, το τελευταίο μου μυθιστόρημα πριν από αυτό, και ήμουν ακόμα στην άκρη ενός δρόμου, ανάμεσα στα φορτηγά, με αυτή τη χαμένη γυναίκα που δεν ξέρει ακριβώς από πού έρχεται και πού πηγαίνει. Έμαθα για την ιστορία της Λέρου τυχαία, σε ένα φόρουμ ψυχιατρικής, στην ανώνυμη μαρτυρία ενός άνδρα (ή μήπως ήταν γυναίκα;) που διηγήθηκε την εμπειρία του ως εθελοντής στο άσυλο της Λέρου μαζί με τους Basaglians (ενν: όσους ασπάζονταν τις ιδέες του Basaglia) τη δεκαετία του 1990. Και τότε κατάλαβα ότι αυτό ήταν το νησί και αυτή ήταν η ιστορία. Πήρα ένα αεροπλάνο, ένα πλοίο μετά και πήγα. Στη συνέχεια, η τεκμηρίωση διήρκεσε μέχρι την τελευταία γραμμή της σύνταξης και πάλι απ’ την αρχή,, μέσα από ατελείωτες αναθεωρήσεις…»

Οι φωτογραφίες της Antonella Pizzamiglio (που έχουν εκτεθεί και στην Ελλάδα), τη συνόδευσαν, μεταμορφωμένες στη συνέχεια σε αφηγηματικό υλικό. Κι η πρώτη εικόνα που της ήρθε στο μυαλό όπως έχει πει κι εδώ κι αναφέρετεται παραπάνω, ήταν: «αυτή μιας γυναίκας που κολυμπά σε μια χειμερινή θάλασσα, και απομακρύνεται από την ακτή…» Ίσως γι’ αυτό ήταν άλλο το αρχικό εξώφυλλο, αλλά τελικά επιλέχτηκε το συγκεκριμένο που βλέπετε, όπως εξηγεί η ίδια: «πρόκειται για φωτογραφία που τραβήχτηκε από ένα όμορφο γλυπτό του Γάλλου καλλιτέχνη Étienne-Maurice Falconet που φυλάσσεται και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι και χρονολογείται από το 1757. «Seated Cupid», είναι ο τίτλος». Εγώ πάντως κράτησα αυτήν την εικόνα, απ’ την περιγραφή του 16ου περιπτέρου της Λέρου:

«Οι τρελοί κοίταζαν την πόλη και η πόλη έκανε ότι δεν έβλεπε τους τρελούς.

Ακόμα και τώρα είναι έτσι: το κτίριο παραμένει ακίνητο στη θέση του, με τις τέσσερις επί δεκαεπτά σειρές ορθάνοιχτων ματιών και στομάτων, το ταλαιπωρημένο δέρμα και αυτή τη ζοφερή σκιά που δεν το αφήνει ποτέ, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, σε οποιοδήποτε γεωγραφικό πλάτος κι αν βρίσκεται ο ήλιος. Οι καυτές ακτίνες μπορούν να χτυπήσουν μόνο την τσιμεντένια αυλή, αλλά το κτίριο είναι κατασκευασμένο έτσι ώστε να φαίνεται σκιασμένο, ανά πάσα στιγμή και από οπουδήποτε στο νησί το παρατηρήσετε. Μια οπτική ψευδαίσθηση που μοιάζει με κατάρα ή μια αέναη προειδοποίηση…»

Ο βασικός λόγος βέβαια που αποφάσισε να γράψει αυτό το βιβλίο, τις συγκεκριμένες ιστορίες κι όχι άλλες, ήταν η δική της μάχη με τις κρίσεις πανικού που την κρατούσαν στο σπίτι, κάποιες εικόνες, σαν οράματα που έβλεπε εκείνο το διάστημα (κι όταν έμαθε για τη Λέρο ήταν «σαν να πήραν σώμα αυτές οι εικόνες»), και η ανάλυση που ακολούθησε (Γιουγκιανής κατεύθυνσης) αναζητώντας μια «πιστοποίηση της κανονικότητας» για να δώσει νόημα σ’ όλα αυτά. Η απάντηση του ψυχαναλυτή της είναι απαραίτητη για την κατανόηση ολόκληρου του μυθιστορήματος, όπως έγραψε η Lucia Faggion στο περιοδικό «Ristretti» (Σεπτέμβριος-Οκτωβριος 2016), απ’ όπου άντλησα κάποιες πληροφορίες, και ίσως αυτή είναι ακριβώς η «πρώτη αλήθεια»: «Η κανονικότητα δεν υπάρχει πουθενά κι έπειτα τι σημαίνει να είσαι φυσιολογικός; Δεν υπάρχει απάντηση, γιατί είναι η ερώτηση λάθος» ._

.

*Το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου, προέρχεται από εδώ.

.

Πηγές:

  

Βιβλιοπαρουσίαση στη «Λοκομοτίβα»: «Οι ορίζοντες της μουσικής», Σάββατο 6 Μάη, στις 6 μ.μ.

Η τελευταία σελίδα του πρόσφατου τεύχους του fanzine της «Λοκομοτίβα» ήταν αφιερωμένη σ’ αυτήν ακριβώς την έκδοση, για την οποία θα μιλήσει ο Σάββας Μιχαήλ. Περισσότερες πληροφορίες λοιπόν, θα βρείτε, στην ακόλουθη φωτογραφία.

(φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)