Μικρή ξενάγηση στο Μουσείο του Λούβρου: Ευγένιος Ντελακρουά – Μέρος IV

Ο Eugène Delacroix ήταν ένα περίεργο μείγμα σκεπτικισμού, ευγένειας, δανδισμού, ένθερμης θέλησης, πονηρίας, δεσποτισμού και τέλος (τον χαρακτήριζε) ένα είδος ιδιαίτερης ευγένειας και μέτριας τρυφερότητας που συνοδεύει πάντα την ιδιοφυΐα…

Charles Baudelaire

Ferdinand Victor Eugène Delacroix, «La liberté guidant le peuple«, (1830) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Στον Ευγένιο Ντελακρουά είχα αναφερθεί περιστασιακά και σ’ αυτήν την ανάρτηση, αλλά μιας και δεν είχα διάθεση με όσα συνέβαιναν στην επέτειο του θανάτου του, δηλαδή στις 13 Αυγούστου να γράψω περισσότερα, αποφάσισα να σας δείξω σήμερα μερικούς απ’ τους πίνακές του που υπάρχουν στο Μουσείο του Λούβρου. Κι επειδή συζητιέται η Γαλλία κι η σχέση της με τη χώρα μας αυτό το διάστημα για διαφορετικούς λόγους, για να δούμε μαζί αυτό το video απ’ την παρέα του ntelogo.com, για να θυμηθούμε που ταξιδεύουμε νοερά. Τα παιδιά τα παρακολουθώ (αξίζει να τους έχετε υπόψη), έχουν γράψει κι εδώ τις εντυπώσεις τους, σ’ αυτό το άρθρο που υπογράφει ο Κωστής Παπαχρήστος κι έχουν πλάνα φυσικά κι απ’ το Λούβρο.

Για να επιστρέψουμε τώρα στον Ντελακρουά… Σκέφτηκα λοιπόν, να σταθώ σε λεπτομέρειες, που θεωρώ ότι δεν είναι και τόσο γνωστές και τις βρίσκω σαφώς πιο ενδιαφέρουσες απ’ την απλή παράθεση του βιογραφικού του, ώστε να ξεχωρίσουμε κάπως και τους μύθους απ’ την αλήθεια. Και γι’ αυτό τον σκοπό, θα χρησιμοποιήσω συγκεκριμένα έργα του. Φυσικά, γνωρίζουμε στη χώρα μας τον εμβληματικό καλλιτέχνη, αφού κι εκείνος ασχολήθηκε με τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου της Τουρκοκρατίας κι αποτύπωσε τη φρίκη , τόσο στην «Σφαγή της Χίου», όσο και στο άλλο έργο του που τιτλοφορείται «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» («La Grèce sur les ruines de Missolonghi») που παρουσίασε με σκοπό την συγκέντρωση χρημάτων για τον ελληνικό αγώνα λίγο μετά την πτώση αυτής της πόλης. Αλλά πόσο καλά τον γνωρίζουμε; Για να δούμε λοιπόν…

Ferdinand Victor Eugène Delacroix, «Scènes des massacres de Scio» (1824) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Ο κορυφαίος του Γαλλικού Ρομαντισμού, που τόσο είχε επηρεαστεί κι απ’ τον Ρούμπενς, είχε μόνο ρομαντικούς σκοπούς όταν εμπνεύστηκε αυτά τα έργα; Τον είχε παρασύρει το φιλελληνικό κύμα που σάρωνε την Ευρώπη, είχε συγκινηθεί απ’ όσα διηγούνταν ο Μπάιρον και διάβαζε στον Τύπο της εποχής ή τα κίνητρά του ήταν πιο πολύπλοκα; Πριν φτάσουμε εκεί, ας ξεκαθαρίσουμε αρχικά ότι η «Σφαγή της Χίου», είναι ένα έργο καινοτόμο. Έσπασε τον κλασικισμό και να πώς περιγράφονται εδώ οι αντιδράσεις του κοινού όταν το είδε σύμφωνα με όσα γράφει η Arlette Sérullaz στο κεφάλαιο «Delacroix et la Greece» του βιλίου «La Grèce en révolte, Delacroix et les peintres français» (Paris, RMN, 1996), επικαλούμενη ως πηγή τον Théophile Gautier (Θεόφιλο Γκωτιέ) : «Αυτές οι φρικτές σκηνές, αυτό το βίαιο χρώμα, αυτή η μανία της βούρτσας, προκάλεσαν την αγανάκτηση των κλασικών των οποίων η περούκα ανατρίχιασε […] Και γέμισε με ενθουσιασμό τους νέους ζωγράφους». Ο ίδιος όταν σκέφτηκε να το ετοιμάσει, ανέφερε και ως σκοπό του το να ξεχωρίσει μ’ αυτό: «…faire pour le salon prochain un tableau dont je prendrai le sujet dans les guerres récentes des turcs et des grecs. Je crois que dans ces circonstances si d’ailleurs il y a quelque mérite dans l’ exécution, ce sera un moyen de me faire distinguer ». Ήταν λοιπόν ένα θέμα επίκαιρο επομένως η ελληνική επανάσταση -όπως αναφέρεται εδώ απ’ όπου και άντλησα το παραπάνω απόσπασμα- το οποίο πραγματικά τον συγκινούσε και ταυτόχρονα διάλεξε να εκφραστεί σχετικά μ’ αυτό και για δικό του όφελος. Είναι αδιαμφισβήτητο το ενδιαφέρον του για την Ελλάδα κι όσα διάβασα σ’ αυτό το βιβλίο, με έπεισαν. Ξεχώρισε τελικά μ’ αυτό το έργο ο 28χρονος τότε καλλιτέχνης; Φυσικά. Αν και δέχτηκε σκληρή κριτική (έγινε λόγος για «σφαγή της ζωγραφικής»), για τον τρόπο που χρησιμοποίησε το χρώμα και δημιουργήθηκε σκάνδαλο, άνοιξε νέους ορίζοντες στη συγκεκριμένη τέχνη, το έργο του αγοράστηκε απ’ το κράτος (όπως άλλωστε συνέβη και με το «La Barque de Dante» που προηγήθηκε κι ήταν ο πρώτος του σημαντικός πίνακας) και πέτυχε να δημιουργηθεί συμπάθεια για τον επαναστατημένο λαό. Μιας κι ο ίδιος δεν είχε γνώση της χώρας συμβουλεύτηκε για να ζωγραφίσει τους ήρωές του, εκτός από εφημερίδες τόσο το έργο του C.E. Savary , «Lettres sur la Grèce –1788» αλλά κι αυτό του Rosset «Mœurs et coutumes turques et orientales -1790» κι είδε προσωπικά συλλογές ανατολίτικων αντικειμένων και κουστουμιών. Ο οριενταλισμός λοιπόν, δικαιολογείται.

Ferdinand Victor Eugène Delacroix,»La Mort de Sardanapale» (1827) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Αρκετά έγραψα όμως για τη «Σφαγή της Χίου». Αν θέλετε άλλωστε να πληροφορηθείτε περισσότερα, δεν έχετε παρά ν’ ανατρέξετε στους συνδέσμους και να ξέρετε πως είναι απ’ τους πίνακες που το 2018 αποκαταστάθηκαν απ’ τους συντηρητές του Μουσείου κι έτσι έχει όλη τη ζωντάνια της στιγμής κατά την οποία παρουσιάστηκε. Θα το διαπιστώσετε όταν τον παρατηρήσετε από κοντά. Ας προχωρήσουμε λοιπόν τώρα μαζί, στον πίνακα που βλέπετε παραπάνω και τιτλοφορείται «Ο θάνατος του Σαρδανάπαλου» και με τον οποίο τα πράγματα δεν πήγαν καθόλου καλά. Τι έχω να σας γράψω γι’ αυτόν; Ότι ο Ντελακρουά υποτίθεται πως εμπνεύστηκε το θέμα του από τον Σαρδανάπαλο του Μπάιρον, το έργο δηλαδή όπου ο ποιητής μελετώντας ιστορικούς της αρχαιότητας (κυρίως το Διόδωρο της Σικελίας) διηγείται την ιστορία ενός έκφυλου Ασύρριου βασιλιά, που δεν έχει ταυτοποιηθεί με γνωστούς μονάρχες της εποχής κι ηττήθηκε κατά κράτος. Υπάρχει μια «αφήγηση» (δείτε εδώ τα προβληματικά σημεία) σχετικά με τη δολοφονία γυναικών, αλόγων κτλ που θυσιάστηκαν στην νεκρική πυρά αυτού του βασιλιά μαζί με το χρυσάφι, το ασήμι και τα βασιλικά του ενδύματα και παρουσιάζεται γλαφυρά στον πίνακα. Και τι να πρωτοπαρατηρήσεις σ’ αυτό το έργο; Πανδαιμόνιο φαντασίας. Εκπληκτικό πραγματικά. Χρώματα, σκιές, μορφές, χειρονομίες, λεπτομέρειες πλέριες. Μπορεί να υπερέβαλλε όπως λέγεται ο δημιουργός του με την τόση «φασαρία» αυτής της σκηνή, με τη δυναμικότητα και το πάθος που αποπνέει, θέλοντας να τονίσει το μέγεθος της καταστροφής, αλλά εγώ το λάτρεψα. Όχι πάντως και οι κριτικοί της εποχής του, μιας και απείχε απ’ τα θέματα και την ζωγραφική απόδοση που είχαν συνηθίσει, πράγμα που τον στεναχώρησε αρκετά, αφού το έργο καταδικάστηκε σχεδόν ομόφωνα στο Σαλόνι του 1827-1828 και θεωρήθηκε ότι σηματοδότησε το θάνατο (!) των Ρομαντικών. Λέγεται πως φαίνεται σ’ αυτό η επιρροή του Μαρκήσιου Ντε Σαντ κι οι βιογράφοι διατείνονται ότι ο Ντελακρουά δεν ήθελε να θυμάται αυτό το μοτίβο στην ενήλικη ζωή του. «Σαν να αποκάλυψε τα πιο μυστικά πάθη και τις φαντασιώσεις του μια φορά, για να τα κρύψει για πάντα μετά, από τα αδιάκριτα βλέμματα». Εξαιτίας αυτού του έργου έπεσε σε δυσμένεια και στερήθηκε όπως εξηγείται εδώ κρατικές παραγγελίες για τρία χρόνια.

Ferdinand Victor Eugène Delacroix, «Jeune orpheline au cimetière» (1824) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Για να πάμε σε κάτι διαφορετικό όμως. Σ’ ένα πίνακα πολύ αλλιώτικο, απ’ τους προηγούμενους, έτσι; Μια μόνο μορφή στο κέντρο, με παστέλ χρώματα, χωρίς εντάσεις, χωρίς πολλές και διασπαστικές λεπτομέρειες. Στη «Νεαρή ορφανή στο κοιμητήριο«, αυτό που δε βλέπουμε αλλά εκείνη το παρατηρεί δεξιά της και την εκπλήσσει, την αγχώνει, της δημιουργεί φόβο, είναι όλη η ουσία του πίνακα. Το απειλητικό μέλλον, ας πούμε, όπως αντικατοπτρίζεται στο βλέμμα της, μας έλκει. Όσο για την στάση του σώματος, αυτό το χέρι που φαίνεται ν’ αναπαύεται τόσο ήσυχα στο φόρεμά της, δε δημιουργεί μια εύλογη αντίθεση; Ή θα μπορούσε να δηλώνει την αδυναμία της νεαρής ορφανής σ’ ένα τοπίο που κυριαρχεί ο θάνατος; Πολλές εξηγήσεις υπάρχουν. Εμένα ας πούμε, μ’ έκανε να σκεφτώ τις προσωπικές απώλειες του Ντελακρουά που σε μερικά χρόνια (απ’ το 1805 ως το 1814) έχασε τον πατέρα, τον μεγαλύτερο αδερφό του Henri (είχε άλλα δύο αδέρφια) και τη μητέρα του, ήρθε αντιμέτωπος με οικονομικά προβλήματα, λέγεται πως έκανε το μοντέλο στον Théodore Géricault που ζωγράφιζε τότε το έργο «Le Radeau de la Méduse» παριστάνοντας έναν ετοιμοθάνατο κανίβαλο, κ.ο.κ. Η μοναξιά, η αβεβαιότητα, η ζωή που αλλάζει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, όλ’ αυτά μοιάζει να τα διαπραγματεύεται ο δημιουργός με τους θεατές, με τους παρατηρητές του έργου, που θεωρείται προπαρασκευαστική μελέτη για τη «Σφαγή της Χίου» αλλά φυσικά μπορεί να ειδωθεί και ως αυτόνομο.

Ferdinand Victor Eugène Delacroix, «Jeune Tigre jouant avec sa mère» (1830) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Ας δούμε τώρα κι αυτό το έργο… Ο συγκεκριμένος πίνακας, είναι απ’ την περίοδο κατά την οποία ο Ντελακρουά ζωγράφιζε θέματα με ζώα και την προσοχή του τραβούσαν τίγρεις και λιοντάρια κυρίως. Λέγεται ότι ίσως να είχε ως μοντέλο γι’ αυτόν που βλέπετε εδώ τη γάτα του που απολάμβανε να την παρατηρεί, αν και είχε παρακολουθήσει σίγουρα τίγρεις στο Ζωολογικό κήπο του Παρισιού. Με τον τρόπο του αναπαριστούσε τ’ ανθρώπινα πάθη, αφού είχε γράψει ότι «οι άνθρωποι είναι τίγρεις και λύκοι που οδηγούνται να καταστρέφουν ο ένας τον άλλον«. Να κάνω όμως μια παρένθεση κάπου εδώ; Ν’ αναφέρω ακόμη μια φορά το πρόβλημα με τις φωτογραφίες που υπήρχε τότε στο Λούβρο, λόγω του πλήθους των επισκεπτών; Απ’ την τελευταία της ανάρτησης που θα δείτε παρακάτω, παίρνετε μια ιδέα. Ολόκληρα γκρουπ μπροστά στους πίνακες με τις/τους ξεναγούς τους που παρέμεναν φυσικά στο σημείο μέχρι να εξηγήσουν όσα ήθελαν, δε βοηθούσαν όσ@ θέλαμε να προσέξουμε κάποιες λεπτομέρειες με την ησυχία μας και φυσικά να κάνουμε μερικές λήψεις. Αν θέλετε να φωτογραφήσετε λοιπόν, όταν με το καλό βρεθείτε εκεί, υπολογίστε έξτρα χρόνο και πολλαπλές λήψεις. Όσο για μένα, στην καλύτερη περίπτωση μπορούσα να σταθώ για λίγο σε μιαν άκρη ή να βρεθώ απέναντι απ’ τα μεγάλα έργα. ‘Όλα δε γίνεται βέβαια να τα ‘χουμε σ’ αυτή τη ζωή, και σ’ ένα τέτοιο Μουσείο αναμενόμενο είναι να συμβαίνουν αυτά, οπότε… Αλλά, παρ’ όλα αυτά, ήταν ωραία που μπόρεσα να δω πίνακες όπως εκείνον που εμπνεύστηκε απ’ τη Θεία Κωμωδία του Δάντη για τον οποίο ήδη κάτι έγραψα («La Barque de Dante»), την «Είσοδο των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη» («Entrée des Croisés à Constantinople»), κι άλλους, από κοντά.

Ferdinand Victor Eugène Delacroix,»Etude de femme nue, couchée sur un divan, dit La Femme aux bas blancs» (1825-1830) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Έχω πάντως και φωτογραφίες που λόγω του φωτισμού δεν βγήκαν όπως θα τις ήθελα (δεν είμαι κι επαγγελματίας εξάλλου) όπως η σπουδή γυμνού που βλέπετε παραπάνω. Και μιας και αναφέρομαι στη φωτογραφία, δείτε εδώ τι εξηγείται για τον Ντελακρουά κι αυτή την -νέα τότε- τέχνη, που του είχε ελκύσει την προσοχή («Je regarde avec passion et sans fatigue ces photographies d’après des hommes nus, ce poème admirable, ce corps humain sur lequel j’apprends à lire et dont la vue m’en dit plus que les inventions des écrivassiers»), αλλά και την αντιμετώπιζε με σκεπτικισμό. Οπωσδήποτε η σχέση του μ’ αυτήν ήταν πολύπλοκη, μιας κι απ’ τη μια ήταν ιδρυτικό μέλος της Ηλιογραφικής Εταιρείας κι απ’ την άλλη είχε ζητήσει απ’ τον Félix Nadar να καταστραφούν τόσο το αρνητικό όσο και οι εκτυπώσεις των δικών του πορτρέτων (κάτι που δεν συνέβη ευτυχώς). Όπως αποφαίνονται οι μελετητές, αυτό ίσως να ήταν απόρροια της γνώμης που είχε για την εικόνα του, μιας και κάποτε είχε γράψει ότι είδε τον εαυτό του στον καθρέφτη και σχεδόν φοβήθηκε την κακία των χαρακτηριστικών του ( «Je me vis dans une glace et je me fis presque peur de la méchanceté de mes traits… [les muses] ont été pires que des courtisanes»). Απ’ τις αναλύσεις πάντως που θα βρείτε στους συνδέσμους κι απ’ αυτήν την έκδοση μπορείτε να μάθετε περισσότερα -για να μην σταθώ άλλο στο θέμα- και θα καταλάβετε γιατί ζωγράφισε έτσι τα γυμνά και την τεχνική του.

Ferdinand Victor Eugène Delacroix, «La liberté guidant le peuple«, (1830) – Φωτογραφία: προσωπικό αρχείο

Αυτός ο πίνακας βέβαια, όπου «Η Ελευθερία οδηγεί το λαό» και τον βλέπετε και στην πρώτη φωτογραφία της ανάρτησης, είναι απ’ τους πιο εμβληματικούς του. Αν κι είχε υποστηριχθεί ότι η φιγούρα του άντρα με το καπέλο αντιστοιχεί στον ίδιο τον καλλιτέχνη, ο Alexandre Dumas (Αλέξανδρος Δουμάς) σε διάλεξή του απ’ το 1864 είχε αρνηθεί την παρουσία του Ντελακρουά στα γεγονότα των τελευταίων ημερών (γνωστά ως Les Trois Glorieuses), του Ιούλη του 1830, όταν ο Charles X προσπάθησε να περιορίσει την ελευθερία του λαού και ξέσπασαν ταραχές με αποτέλεσμα να υπάρχουν και πολλοί νεκροί. Κι ο ίδιος πάντως ο σπουδαίος ζωγράφος, έγραψε ότι «αν δε μπορώ ν’ αγωνιστώ για τη χώρα μου, τουλάχιστον θα ζωγραφίσω γι’ αυτήν…» Η φιγούρα της Ελευθερίας, που αποτελεί ακόμη σύμβολο της Γαλλικής Δημοκρατίας κι είναι γνωστή με το όνομα Μαριάν, λέγεται ότι θυμίζει αρχαία ελληνικά αγάλματα κι αποτίει φόρο τιμής στη δημοκρατία της Αρχαίας Ελλάδας. Όσ@ την πρωτοείδαν πάντως, όπως έμαθα από ‘δω, ξαφνιάστηκαν μιας και δεν ήταν στα πρότυπα του κάλλους που περίμεναν αυτό το τόσο μυώδες σώμα που τους θύμισε γυναίκα ψαρά ή πόρνη, επομένως οι γνώμες διίστανται. Ο σκούφος που φοράει αρχικά είχε πιο κόκκινο χρώμα, αλλά έχει γραφτεί ότι ο Ντελακρουά για πολιτικούς λόγους, το σκούρυνε. Τα ενδύματα τώρα όσων απεικονίζονται διαφέρουν, για να τονίζεται η συσπείρωση των διαφορετικών τάξεων εκείνες τις μέρες, σύμφωνα με όσα αναφέρονται σ’ αυτόν τον σύνδεσμο. Όσο για το μικρό αγόρι του πίνακα, δεν μπορεί να είναι ο «Gavroche» απ’ τους «Άθλιους» του Βίκτορος Ουγκώ αφού το βιβλίο δημοσιεύτηκε πάνω από είκοσι χρόνια μετά τη δημιουργία του πίνακα. Σ’ αυτόν πέρα απ’ την επιρροή του Ρούμπενς, οι κριτικοί κάνουν λόγο και για την επιδραση του Μιχαήλ Άγγελου (όσον αφορά το πλαστικό σθένος), αλλά και του Γκρος (εξαιτίας του τρόπου που απεικονίζονται τα πεσμένα νεκρά κορμιά του κάτω μέρους), όπως μπορείτε να διαβάσετε κι εδώ. Αν και το έργο αγοράστηκε αμέσως απ’ τον μονάρχη Louis-Philippe, επιστράφηκε στον δημιουργό του το 1832 μιας και τα μηνύματά του κρίθηκαν ως ιδιαιτέρως επικίνδυνα κι εκτέθηκε 16 χρόνια αργότερα.

Τέλος, σχετικά με την «Τρελή Γυναίκα», που λόγω ενασχόλησης με τα Ψ θέματα έψαξα την ιστορία της, έχει σημασία να διευκρινίσω ότι στην πραγματικότητα είναι μέρος της σπουδής του καλλιτέχνη για τον πίνακα «Η σφαγή της Χίου» κι εικονίζει μια ηλικιωμένη Ελληνίδα όπως εκείνος τη φαντάστηκε («Tête de vieille femme grecque, étude pour les Massacres de Scio»). Πιο σωστό τίτλο βρίσκω λοιπόν, προσωπικά, το «Κεφάλι γυναίκας» ακόμη κι αν θα μπορούσε από πόνο να τρελαθεί. Θα δείτε τους δύο πίνακες άλλωστε κι εσείς και θα καταλάβετε γιατί. Ολοκληρώνοντας, τη μεγάλη αυτή ανάρτηση, θα σας προτείνω ένα ακόμη άρθρο-αφιέρωμα στον Ντελακρουά που φωτίζει περισσότερο την σκοτεινή πλευρά του, μου άρεσε πολύ κι είναι αυτό, και μια σειρά βιβλίων για να δείτε ή να κατεβάσετε ελεύθερα κι είναι αυτά. Υπάρχουν πολλά ακόμη να διαβάσετε, για τη φιλία του με το Σοπέν, με τον Μποντλέρ, για τα τελευταία χρόνια της ζωής του και τη γυναίκα που τον συντρόφευε ως το τέλος, για τα δύο ταξίδια που πραγματοποίησε σε Λονδίνο και Αφρική, κ.α. Πιστεύω πάντως ότι για σήμερα, μάθατε ήδη αρκετά. Την επόμενη φορά, λοιπόν, θα συνεχίσω αυτή τη σειρά αναρτήσεων, δείχνοντάς σας άλλα έργα του Μουσείου. Εντωμεταξύ εσείς μπορείτε να δείτε έργα του που φιλοξενούνται στη χώρα μας και να πάρετε μια γεύση απ’ την έκθεση «Παρίσι- Αθήνα -η Γέννηση της σύγχρονης Ελλάδας 1675 – 1919» που εγκαινιάστηκε πριν λίγες μέρες.

(συνεχίζεται…)

*Όλες οι πηγές που χρησιμοποίησα αναφέρονται στους συνδέσμους της ανάρτησης κι όσο για τις φωτογραφίες, τραβήχτηκαν από μένα τον Ιούλιο του 2019 κι έχουν ανέβει στους προσωπικούς λογαριασμούς που διατηρώ στο flickr και στο Instagram

Δημοσιεύθηκε από

aikaterinitempeli

Η Αικατερίνη Τεμπέλη γεννήθηκε στη Σάμο, αλλά έζησε μερικά απ’ τα πιο ενδιαφέροντα χρόνια της ζωής της στη Θεσσαλονίκη και στο Ηράκλειο, όπου σπούδασε αντίστοιχα Ψυχολογία και Κοινωνική Εργασία. Στην Αθήνα εκπαιδεύτηκε στην οικογενειακή θεραπεία (Μονάδα Οικογενειακής Θεραπείας-ΨΝΑ) και στην βραχεία ψυχοθεραπεία. Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής για 2 χρόνια στο “Θέατρο των Αλλαγών” και μονωδίας για 3 χρόνια στο “Ολυμπιακό Ωδείο” Ηρακλείου. Εργάστηκε για πάνω από μια δεκαετία στο ραδιόφωνο (Ράδιο Κρήτη, 9,84, Studio 19, ΕΡΑ Ηρακλείου, 102-ΕΡΤ 3 κ.ά.) ως παραγωγός και παρουσιάστρια ραδιοφωνικών εκπομπών, καθώς και σε γνωστά περιοδικά κι εφημερίδες ως δημοσιογράφος. Το 1993 κέρδισε το Α' Πανελλήνιο βραβείο, σε γραπτό διαγωνισμό της Deutsche Welle, με θέμα το ρατσισμό κι εκπροσώπησε τη χώρα μας στην Κολωνία. Τον επόμενο χρόνο, το 1994, πήρε Διάκριση στον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Ποίησης. Σήμερα ζει στην Αθήνα και ταξιδεύει πάντα στις ζωές των άλλων. Τις νύχτες γράφει στίχους, που μελοποιεί συνήθως ο Παναγιώτης Λιανός. "Το ποτάμι στον καθρέφτη" είναι το τρίτο της βιβλίο και κυκλοφορεί απ' την "Άνεμος εκδοτική". Προηγήθηκαν "Η σκόνη των άστρων" (2010) και το "Βενετσιάνικο χρυσάφι" (2007) . Και τα δύο εκδόθηκαν απ' τις εκδόσεις "Μοντέρνοι Καιροί".

Σχολιάστε