Στα ίχνη του Joyce στην Τεργέστη: Η σχέση του με τους Έλληνες και την Ελλάδα – Μέρος ΙΙΙ

1. Tο άγαλμα του Joyce στην Τεργέστη, στην Ponte Rosso (φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Έτυχε τις μέρες των γιορτών η ΜΕΤ, η Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης δηλαδή, να παρουσιάζει όπερες του Verdi. Κι ο συγκεκριμένος συνθέτης μοιραία μου φέρνει στο νου τον Joyce μιας κι ένα απ’ τα μέρη που σύχναζε στην Τεργέστη ήταν το Theatro Verdi, όπως σας εξηγούσα καιρό πριν εδώ. Έχοντας μάλιστα τόσο καθυστερήσει να ολοκληρώσω αυτή τη σειρά των αναρτήσεων, μ’ αφύπνισε μπορώ να πω αυτή η συγκυρία. Ας γυρίσουμε λοιπόν πίσω στο χρόνο και στους δρόμους της πόλης όπου εκείνος, αλλά κι ο Franz Kafka κι άλλοι σημαντικότατοι λογοτέχνες έζησαν για μικρό ή μεγάλο διάστημα της ζωής τους…

Ο Δήμος της Τεργέστης έχει φροντίσει να τοποθετήσει 45 αναμνηστικές πλάκες για να διευκολύνει όσ@ θέλουν να κάνουν τον σχετικό περίπατο (Passaggio Joyce) κι έτσι μπορείτε να βρείτε εύκολα τα 9 σπίτια στα οποία έμεινε και πολλά απ’ τα άλλα μέρη που σύχναζε κάνοντας παρέα μεταξύ άλλων με τον Νικόλαο Σάντο και τον Παύλο Φωκά. Σίγουρα οι φιλίες αυτές οδήγησαν στην πιο εντατική μάθηση της ελληνικής γλώσσας, όπως αναφέρει στη μελέτη του ο Fran O’ Rourke, καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Δουβλίνου. Αλλά κι ο Ιταλός Paul Ruggierio, μουσικός και γνώστης των ελληνικών (μιας κι είχε ζήσει στη χώρα μας) τον βοήθησε αρκετά στο να εξοικειωθεί με τη γλώσσα. Έμαθε έτσι αρκετά ελληνικά τραγούδια κοντά του (γνώριζε εξίσου κι ιταλικά τραγούδια όπως αυτό που λέγεται ότι τραγουδούσε στο ιδίωμα της Τεργέστης).

2. Εξωτερική λεπτομέρεια απ’ το Palazzo Lloyd Triestino, ισχυρή ναυτιλιακή εταιρεία της οποίας ιδρυτές υπήρξαν πολλοί ισχυροί Έλληνες (φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Ο Fran O’ Rourke λοιπόν εξηγεί ότι εκτός από τυπικές ασκήσεις γραμματικής, λεξιλογίου κτλ, στα σημειωματάριά του έχουν βρεθεί οι πρώτες στροφές του ελληνικού εθνικού ύμνου, δύο στροφές της «Οδύσσειας», ένα επαναστατικό τραγούδι, ένα νανούρισμα, το «Πάτερ Ημών», διάφορες χαριτωμένες βωμολοχίες, αλλά και υποδείγματα εμπορικής αλληλογραφίας. Σίγουρα αυτά τον βοήθησαν στο να συντάξει αιτήματα για τη χορήγηση δανείου κι όσ@ διαβάσατε το βιβλίο της Μαντώς Αραβαντινού θα καταλάβατε ήδη γιατί το γράφω αυτό.

Περιττό ν’ αναφέρω την τεράστια επίδραση του Ομήρου στο έργο του. Αρκεί να γράψω ότι απ’ την έκτη δημοτικού είχε αναφερθεί στον Οδυσσέα ως τον πιο αγαπημένο του ήρωα, σε σχολική έκθεση κι έκτοτε εξηγούσε σε φίλους όπως ο γλύπτης Frank Budgen πόσο ολοκληρωμένος ήταν από κάθε πλευρά αυτός ο χαρακτήρας. Περισσότερο μάλιστα κατά τη γνώμη του απ’ τον Άμλετ, τον Φάουστ κ.α. Αλλά εξίσου τεράστια επίδραση τού άσκησε και το έργο του Αριστοτέλη, τον οποίο ανακάλυψε στο γυμνάσιο κι έκτοτε μελέτησε σε βάθος. Ο Δαίδαλος του, -αυτοβιογραφικός κατά μεγάλο μέρος χαρακτήρας-, πηγάζει απ’ αυτή τη μελέτη, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τη συνδιαλλαγή του με τον κόσμο αλλά και τον εαυτό του.

Καλύτερα όμως να μην γράψω περισσότερα για να διαβάσετε και μόν@ σας το πολύ ενδιαφέρον αυτό κείμενο που θα βρείτε εδώ. Αν θελετε να εμβαθύνετε περισσότερο, υπάρχει κι αυτό το βιβλίο του R. J. Schork. Καλύτερα είναι λοιπόν, να προσθέσω απ’ την πλευρά μου μερικά ιστορικά στοιχεία και να εξηγήσω κάτι βασικό: ότι δηλαδή το 18ο αιώνα ο όρος Έλληνας υποδείκνυε την θρησκεία και όχι την εθνικότητα κι έτσι συμπεριλαμβάνονταν κι οι Ιλλυριοί στην ελληνική κοινότητα (ο εκκλησιασμός γινόταν στην ίδια εκκλησία, του Αγίου Σπυρίδωνα δηλαδή). Γι’ αυτό και δεν ήταν τυχαία η αναφορά μου στους Σέρβους στην πρώτη ανάρτηση και στο βιβλίο του Ράντοβαν Πέτκοβιτς που αναβιώνει εκείνη την περίοδο (περισσότερα μπορείτε να μάθετε εδώ). Το 19ο αιώνα οι Έλληνες στην Τεργέστη, διαχωρισμένοι πια απ’ την μειονότητα των Ιλλυριών, αποτελούσαν το 12% του πληθυσμού, ήταν περίπου 5000 στη μέγιστη ακμή τους και κατείχαν το 28% των μετοχών στο χρηματιστήριο. Διδάσκοντας τους αγγλικά ο Joyce όπως έγραφα εδώ, γνώρισε αρκετούς απ’ τους επιφανείς της ελληνικής κοινότητας και συχνάζοντας σε διάφορα στέκια πολλούς απλούς εργαζόμενους.

Ο βαρόνος Αμβόσιος Ράλλης (Ambrogio Ralli) μάλιστα, φαίνεται ότι ήταν ο μόνος που αγόρασε στην Τεργέστη αντίγραφο του «Οδυσσέα» όταν εκδόθηκε. Τον είχε βοηθήσει με τα γραφειοκρατικά του προβλήματα (όπως κι ο κόμης Φραγκίσκος Σορδίνας), ώστε να εκδοθεί η άδειά του και να φύγει απ’ την Τεργέστη και του είχε δανείσει επιπλέον χρήματα για την μετακόμιση στη Ζυρίχη. Γενικώς πάντως, όταν ο περισσότερος κόσμος δεν έβλεπε και με πολύ συμπάθεια το μεθυσμένο καθηγητή, οι ‘Ελληνες τον αγκάλιαζαν παντού. Πώς να μην τους έχει κι εκείνος αδυναμία;

4. Canale Grande, Trieste (φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Στον τοίχο του παριζιάνικου διαμερίσματος του υπήρχε μια ελληνική σημαία που είχε αγοράσει απ’ την Τεργέστη, σ’ ένα βάζο πάνω στο πιάνο του μικρότερες ελληνικές σημαιούλες κι όταν πέθανε το ένα απ’ τα δύο βιβλία που βρέθηκαν πάνω στο γραφείο του ήταν ελληνικό λεξικό. Ως το τέλος «ταξίδευε» με τον τρόπο του στην Ελλάδα κι ελπίζω κι εγώ σήμερα να σας ταξίδεψα λίγο στην Τεργέστη που πότε έλεγε ότι του έτρωγε τα συκώτια και πότε τη λάτρευε.

Κι αφού φτάσαμε παρέα ως εδώ κι ολοκληρώνεται πια αυτή η σειρά των αναρτήσεων, ήρθε η ώρα ν’ απαντήσω και στο ερώτημα που σίγουρα αφορά τους πιο φανατικούς αναγνώστες του: έχει νόημα να δει κανείς όλα τα στέκια του στην Τεργέστη ή έστω αρκετά απ’ αυτά ή αντ’ αυτού καλύτερα να προτιμήσει μια επίσκεψη στο Μουσείο που υπάρχει εκεί κι είναι αφιερωμένο σε κείνον; Εξαρτάται απ’ το χρόνο σας, τις προσδοκίες σας και πώς τον αντιλαμβάνεστε το Joyce, θ’ απαντήσω. Αν έχετε λίγο χρόνο, ίσως είναι καλύτερα να πάτε στο Μουσείο και ν’ αρκεστείτε σ’ έναν καφέ σε κάποιο απ’ τα στέκια του (στο Caffè Tommaseo για παράδειγμα σύχναζε κι ο Ρήγας Φεραίος). Αν έχετε περισσότερο, περπατήστε την πόλη και νιώστε την όπως εκείνος, όσο θα βλέπετε τα μέρη που σύχναζε, τα σπίτια που έμενε, τη σχολή που δίδασκε κτλ.

5. Caffè Tommaseo, Trieste (φωτογραφία: προσωπικό αρχείο)

Εγώ αυτό τουλάχιστον έκανα όσες φορές βρέθηκα εκεί, ίσως γιατί κι ο ήλιος ξελόγιαζε και δεν ήθελα να κλειστώ πουθενά, αλλά την επόμενη λέω να πάω και στο Μουσείο. Σε κάποιους έχει φανεί «μικρό και φτωχό», όπως έμαθα (μα χωράει εύκολα ο μύθος του Ζόις όπως τον λένε οι Τριεστίνοι κάπου;), σ’ άλλους όχι. Μην σας επηρεάσει ούτε η γνώμη των μεν ούτε των δε. Κάντε αυτό που νιώθετε ό,τι θέλετε εσείς. Προσωπικά συμβουλεύτηκα τον ιστότοπό του όσο ήμουν εκεί αλλά και κατά τη διάρκεια των ημερών που έγραφα αυτή την ανάρτηση. Πολύ χρήσιμο κι ενδιαφέρον site είναι. Και πού ξέρετε; Την επόμενη φορά, ίσως σας γράψω και τις δικές μου εντυπώσεις απ’ αυτό. Ας μπορούμε με το καλό να ταξιδέψουμε κι όλο και κάτι θα γίνει…

*Οι φωτογραφίες 1, 2, 4 και 5 τραβήχτηκαν από μένα. Στην νούμερο 3 υπάρχει ο σύνδεσμος απ’ τον οποίο τη δανείστηκα. Κι άλλες, σύγχρονες φωτογραφίες της Τεργέστης, θα βρείτε στους λογαριασμούς που διατηρώ σε flickr και instagram αντίστοιχα. Για όλες οι πηγές που συμβουλεύτηκα υπάρχουν αντίστοιχα και οι σχετικοί σύνδεσμοι.

Δημοσιεύθηκε από

aikaterinitempeli

Η Αικατερίνη Τεμπέλη γεννήθηκε στη Σάμο, αλλά έζησε μερικά απ’ τα πιο ενδιαφέροντα χρόνια της ζωής της στη Θεσσαλονίκη και στο Ηράκλειο, όπου σπούδασε αντίστοιχα Ψυχολογία και Κοινωνική Εργασία. Στην Αθήνα εκπαιδεύτηκε στην οικογενειακή θεραπεία (Μονάδα Οικογενειακής Θεραπείας-ΨΝΑ) και στην βραχεία ψυχοθεραπεία. Παρακολούθησε μαθήματα υποκριτικής για 2 χρόνια στο “Θέατρο των Αλλαγών” και μονωδίας για 3 χρόνια στο “Ολυμπιακό Ωδείο” Ηρακλείου. Εργάστηκε για πάνω από μια δεκαετία στο ραδιόφωνο (Ράδιο Κρήτη, 9,84, Studio 19, ΕΡΑ Ηρακλείου, 102-ΕΡΤ 3 κ.ά.) ως παραγωγός και παρουσιάστρια ραδιοφωνικών εκπομπών, καθώς και σε γνωστά περιοδικά κι εφημερίδες ως δημοσιογράφος. Το 1993 κέρδισε το Α' Πανελλήνιο βραβείο, σε γραπτό διαγωνισμό της Deutsche Welle, με θέμα το ρατσισμό κι εκπροσώπησε τη χώρα μας στην Κολωνία. Τον επόμενο χρόνο, το 1994, πήρε Διάκριση στον Παγκρήτιο Διαγωνισμό Ποίησης. Σήμερα ζει στην Αθήνα και ταξιδεύει πάντα στις ζωές των άλλων. Τις νύχτες γράφει στίχους, που μελοποιεί συνήθως ο Παναγιώτης Λιανός. "Το ποτάμι στον καθρέφτη" είναι το τρίτο της βιβλίο και κυκλοφορεί απ' την "Άνεμος εκδοτική". Προηγήθηκαν "Η σκόνη των άστρων" (2010) και το "Βενετσιάνικο χρυσάφι" (2007) . Και τα δύο εκδόθηκαν απ' τις εκδόσεις "Μοντέρνοι Καιροί".

Σχολιάστε